aggregate abbr. | |
gen. | χονδρόκοκκα αδρανή |
comp., MS | συγκεντρωτική τιμή |
construct. | αδρανές |
market. | γενικό σύνολο |
med. | συσσωρεύω συσσώρευσα; επισωρεύω επισωρευσα; συγκεντρώνω συγκέντρωσα; συναθροισμένος; συσσωματωμένος; συσσωρευμένος |
-function abbr. | |
IT | λειτουργία |
function abbr. | |
gen. | λειτουργώ |
comp., MS | λειτουργία; συνάρτηση |
IT | συνάρτηση; συναρτησιακή διαδικασία |
med. | λειτουργία; λειτουργώ λειτούργησα; έργο |
| |||
συσσωρεύω συσσώρευσα; επισωρεύω επισωρευσα; συγκεντρώνω συγκέντρωσα; συναθροισμένος m; συσσωματωμένος; συσσωρευμένος | |||
| |||
μακροοικονομικά/συνολικά μεγέθη | |||
| |||
συγκεντρωτική τιμή (A single value that is composed of multiple values) | |||
αδρανές; αδρανή; αδρανή υλικά | |||
συσσώρευση | |||
συσσώρευμα | |||
μακροοικονομικό μέγεθος | |||
συνάθροιση | |||
γενικό σύνολο | |||
ομάδα μηχανών | |||
συσσωμάτωμα | |||
αδρανές πρόσμιγμα | |||
| |||
χονδρόκοκκα αδρανή | |||
| |||
λεπτόκοκκα αδρανή | |||
English thesaurus | |||
| |||
agg | |||
aggr |
aggregate : 138 phrases in 25 subjects |