advance | |
gen. | πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ |
advanced | |
gen. | εξελιγμένη; εξελιγμένο |
med. | προχωρημένος; εξελιγμένος |
Video | |
comp., MS | Βίντεο |
video | |
commun. | συσκευή για δίσκους-βίντεο |
comp., MS | βίντεο |
environ. | βίντεο |
hobby commun. | βιντεοεγγραφή; εγγραφή βίντεο; μαγνητοσκόπημα; μαγνητοσκόπηση |
| |||
πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ | |||
| |||
έκθεση έργου; έκθεση προόδου | |||
| |||
εξελιγμένη; εξελιγμένο | |||
προχωρημένος; εξελιγμένος | |||
English thesaurus | |||
| |||
adv | |||
ad | |||
| |||
Advanced SMGCS (MichaelBurov) |
advanced : 251 phrases in 34 subjects |