-address | |
commun. IT | διεύθυνση στρώματος |
address | |
gen. | λόγος; ομιλία; προσφώνηση; έδρα |
comp., MS | διεύθυνση |
IT tech. | διεύθυνση |
addresses | |
IT | διευθύνσεις |
addressing | |
IT dat.proc. | προσδιορισμός διεύθυνσης |
pattern | |
comp., MS | μοτίβο |
industr. construct. | στάμπα για κοπή; περιτύπωμα; σκάλισμα |
industr. construct. chem. | μάρκα οπίσθιας σφράγισης; σήμα οπίσθιας σφράγισης |
mater.sc. | πρότυπο φύλλο; πρωτότυπο |
| |||
διευθύνσεις f | |||
| |||
απευθύνω | |||
| |||
προσδιορισμός διευθύνσεων | |||
απεύθυνση | |||
καθορισμός μιας κατεύθυνσης σύμφωνα με ορισμένα δεδομένα | |||
προσδιορισμός διεύθυνσης | |||
αναφορά; επιλογή; πρόσκληση για λήψη | |||
| |||
λόγος; ομιλία; προσφώνηση; έδρα | |||
διεύθυνση (To reference a particular storage location) | |||
διεύθυνση | |||
| |||
διεύθυνση στρώματος | |||
English thesaurus | |||
| |||
add; adds (адрес Углов) | |||
addr; adr | |||
Within computer storage, the code used to designate the location of a specific piece of data | |||
add. |
address : 588 phrases in 23 subjects |