access context | |
commun. | πλαίσιο πρόσβασης; πλαίσιο προσπέλασης |
security object | |
commun. IT | αντικείμενο ασφάλειας |
| |||
πλαίσιο πρόσβασης; πλαίσιο προσπέλασης | |||
πλαίσιο προσπέλασης; πλαίσιο πρόσβασης |
access context : 2 phrases in 1 subject |
General | 2 |