teletex | |
commun. | τηλεκειμενογραφία |
basic control | |
comp., MS | βασικό στοιχείο ελέγχου |
-function | |
IT | λειτουργία |
function | |
gen. | λειτουργώ |
comp., MS | λειτουργία; συνάρτηση |
IT | συνάρτηση; συναρτησιακή διαδικασία |
med. | λειτουργία; λειτουργώ λειτούργησα; έργο |
| |||
τηλεκειμενογραφία f | |||
υπηρεσία τηλεκειμενογραφίας; υπηρεσία τηλεκειμενογραφίας' τηλεκειμενογραφία | |||
English thesaurus | |||
| |||
Teleprinter Text Exchange | |||
teletex |
Teletex : 19 phrases in 2 subjects |
Communications | 11 |
Information technology | 8 |