telephone | |
gen. | τηλεφωνώ |
econ. | τηλέφωνο |
information processing | |
econ. | επεξεργασία πληροφοριών |
environ. | επεξεργασία πληροφοριών |
IT | επεξεργασία δεδομένων |
System | |
comp., MS | Σύστημα |
system | |
gen. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου; πλήρες υδραυλικό σύστημα ελέγχου |
comp., MS | σύστημα |
earth.sc. mech.eng. | θερμοδυναμικό σύστημα |
el. | ηλεκτρικό δίκτυο |
industr. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
IT | δημιουργία συστήματος |
| |||
τηλεφωνώ | |||
| |||
τηλέφωνο | |||
τηλεφωνική εγκατάσταση; τηλεφωνική συσκευή; τηλεφωνική σύνδεση; τηλεφωνικό κέντρο | |||
English thesaurus | |||
| |||
tele |
Telephone : 458 phrases in 22 subjects |