subsidies abbr. | |
fin. commun. | επιδοτήσεις |
subsidy abbr. | |
gen. | χρηματοδότηση |
econ. | χορηγήσεις; επιχορήγηση |
environ. | επιδότηση |
fin. | επιδότηση |
law | επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα |
market. fin. | χορηγίες; επιδοτήσεις; επιχορηγήσεις |
code abbr. | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
χρηματοδότηση | |||
χορηγήσεις m; επιχορήγηση | |||
επιδότηση | |||
επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα | |||
χορηγίες m; επιδοτήσεις; επιχορηγήσεις | |||
κοινωνική βοήθεια | |||
| |||
επιδότηση | |||
| |||
επιδοτήσεις |
Subsidies : 139 phrases in 18 subjects |