small | |
gen. | μικρή; μικρό; μικρός |
smalls | |
market. transp. | εμπορεύματα τμηματικών αποστολών |
computer system | |
comp., MS | σύστημα υπολογιστή |
econ. | σύστημα πληροφορικής |
environ. | σύστημα επεξεργασίας δεδομένων/υπολογιστικό σύστημα |
IT account. | ηλεκτρονικό σύστημα πληροφοριών |
IT life.sc. | οικογένεια υπολογιστών |
IT tech. | σύστημα επεξεργασίας δεδομένων |
| |||
εμπορεύματα τμηματικών αποστολών | |||
λεπτά f | |||
| |||
μικρή; μικρό; μικρός | |||
English thesaurus | |||
| |||
sm. | |||
| |||
selenium diode matrix alloy logic |
Small : 683 phrases in 49 subjects |