SAVE abbr. | |
energ.ind. | Πολυετές πρόγραμμα προώθησης της ενεργειακής απόδοσης στην Κοινότητα |
Save abbr. | |
comp., MS | Αποθήκευση |
save abbr. | |
gen. | απαλλάσσω; εξοικονομώ |
comp., MS | αποθηκεύω |
IT | αποθηκεύω |
saving abbr. | |
gen. | αναγκαστική αποταμίευση |
account. | αποταμίευση |
project abbr. | |
construct. | έργο υδροηλεκτρικής ανάπτυξης |
el. construct. | σχεδιασμός |
environ. | σχέδιο; έργο; σχέδιο; σχέδιο/έργο |
IT dat.proc. | πρόγραμμα |
mater.sc. | έργο; προεξέχω |
| |||
απαλλάσσω; εξοικονομώ; σώζω; γλιτώνω | |||
αποθηκεύω (To write data (typically a file) to a storage medium) | |||
| |||
αποταμίευση; εξοικονόμηση | |||
| |||
αποταμίευση | |||
αποταμίευση/εξοικονόμηση | |||
| |||
αποθηκεύω | |||
| |||
αναγκαστική αποταμίευση | |||
| |||
Αποθήκευση (An item on the File menu that writes data (typically a file) to a storage medium) | |||
| |||
Πολυετές πρόγραμμα προώθησης της ενεργειακής απόδοσης στην Κοινότητα | |||
English thesaurus | |||
| |||
.sav (file name extension) | |||
S |
Saved : 76 phrases in 20 subjects |