Q -adapter | |
commun. | προσαρμογέας διεπαφής Q |
-function | |
IT | λειτουργία |
function | |
gen. | λειτουργώ |
comp., MS | λειτουργία; συνάρτηση |
IT | συνάρτηση; συναρτησιακή διαδικασία |
med. | λειτουργία; λειτουργώ λειτούργησα; έργο |
| |||
προσαρμογέας διεπαφής Q |
Q-Adapter : 4 phrases in 2 subjects |
Communications | 2 |
Information technology | 2 |