program control | |
IT | έλεγχος προγράμματος |
block | |
gen. | δωμάτια που έχουν κρατηθεί για ένα γκρουπ |
construct. | σειρές ομοιόμορφων σπιτιών ενωμένων μεταξύ τους; οικοδομικό τετράγωνο |
fin. lab.law. | δεσμεύω |
industr. construct. met. | μπλόκο σχηματοδότησης; κεφαλή αδαμαντοφόρου κόφτη; κόφτης με διαμάντι ή ροδέλλα; μπλόκ γυαλιού |
stat. | τμήμα |
blocks | |
gen. | ογκόλιθοι διασκορπισμού ενεργείας |
| |||
αυτόματος χειρισμός με πρόγραμμα | |||
| |||
έλεγχος προγράμματος |
Program Control : 30 phrases in 9 subjects |
Commerce | 1 |
Communications | 7 |
Electronics | 2 |
Food industry | 1 |
General | 5 |
Health care | 3 |
Information technology | 8 |
Mechanic engineering | 2 |
Microsoft | 1 |