point of control | |
math. | σημείο του ελέγχου; σημείο της αδιαφορίας |
stat. | σημείο αδιαφορίας |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
observation | |
environ. | βόλιση όζοντος; μέτρηση όζοντος; παρατήρηση όζοντος |
med. | παρατήρηση; παρακολούθηση; επιτήρησις; παρακολούθησις |
observations | |
gen. | παρακoλoυθήσεις |
| |||
σημείο του ελέγχου; σημείο της αδιαφορίας | |||
σημείο αδιαφορίας | |||
σημείο ελέγχου |
Point of Control : 8 phrases in 4 subjects |
Communications | 4 |
Earth sciences | 1 |
Life sciences | 2 |
Transport | 1 |