overload test | |
IT el. | έλεγχος υπερφόρτισης; τεστ υπερφόρτισης |
mech.eng. | δοκιμή υπερφόρτισης |
set | |
agric. | φυτό; προοπτικές συγκομιδής |
fish.farm. | καλάδα; ψαριά |
industr. construct. | διαμορφωτικό σφυρί; στήσιμο |
IT | θέτω |
mech.eng. | συσκευή |
med. | πλαστική παραμόρφωσις |
transp. construct. | διείσδυση ανά κύκλο κτυπημάτων |
| |||
έλεγχος υπερφόρτισης; τεστ υπερφόρτισης | |||
δοκιμή υπερφόρτισης | |||
δοκιμές με υπερφόρτιση | |||
English thesaurus | |||
| |||
OLT |