operational | |
gen. | λειτουργική; λειτουργικό; λειτουργικός |
Analysis | |
gen. | Ανάλυση |
analysis | |
environ. | ανάλυση |
life.sc. | ανάλυση καιρού |
market. | λεπτομερής λογιστική ανάλυση |
med. | ψυχανάλυση; ανάλυση; ψυχολογική |
pharma. environ. | δοκιμασία/ανάλυση |
| |||
λειτουργική; λειτουργικό; λειτουργικός | |||
σε κυκλοφορία; σε λειτουργία; έτοιμος προς κίνηση; έτοιμος προς λειτουργία | |||
English thesaurus | |||
| |||
opl | |||
op; oper; opnl |
Operational : 342 phrases in 39 subjects |