net | |
el. | πολλαπλό σύστημα; συστοιχία |
industr. construct. | δίχτυ; δικτυωτό; φιλές |
market. | καθαρό |
netting | |
econ. | καθάρισμα |
fish.farm. | δικτύωμα; δικτύωμα; φύλλο διχτυού; φύλλο |
law market. | συμψηφισμός |
passport | |
econ. | διαβατήριο |
unique identifier | |
comp., MS | μοναδικό αναγνωριστικό; μοναδικό αναγνωριστικό |
Microsoft : 126 phrases in 1 subject |
Microsoft | 126 |