institutional | |
gen. | θεσμική; θεσμικό; θεσμικός |
Datum | |
IT | Δεδομένο |
data | |
comp., MS | δεδομένα |
stat. | στοιχεία; δεδομένο |
datum | |
earth.sc. | γεωδαιτικό δεδομένο; γεωδαιτικό σημείο; γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς |
math. | δεδομένα |
tech. construct. | γραμμή βάσεως |
easy access | |
commun. | εύκολη πρόσβαση |
| |||
θεσμική; θεσμικό; θεσμικός |
Institutional : 94 phrases in 21 subjects |