interactive | |
gen. | διαδραστική; διαδραστικό |
comp., MS | αλληλεπιδραστικός |
Content | |
comp., MS | Περιεχόμενο |
Contents | |
gen. | Περιεχόμενο |
content | |
gen. | ικανοποιημένη; ικανοποιημένο; ικανοποιημένος |
chem. | περιεχόμενο |
comp., MS | περιεχόμενο |
met. | περιεκτικότητα |
encoder | |
gen. | Κωδικοποιητής |