Community | |
comp., MS | Κοινότητα |
community | |
comp., MS | κοινότητα |
environ. | Κοινότητα |
health. | κοινότης |
life.sc. environ. nat.res. | οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα; βιοκοινωνία; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών |
classification | |
comp., MS | ταξινόμηση |
environ. | διαλογή; διαχωρισμός; κατηγοριοποίηση |
insur. | κατάταξη |
market. | γενικό λογιστικό σχέδιο |
math. | κατάταξη |
med. | ταξινόμηση |
pharma. environ. | διαβάθμιση; κατηγοριοποίηση |
scale | |
agric. | αφαιρώ λέπια |
earth.sc. | βαθμονομημένος κανόνας |
earth.sc. tech. | κλίμακα ένδειξης |
fin. | οι χρηματικές συνεισφορές των Kρατών μελών που καθορίζονται κατά την ακόλουθη κλίμακα κατανομής |
industr. chem. | οξείδιο των χαλύβων |
industr. construct. met. | φλούδα |
life.sc. | πιστότητα κλίμακας |
med. | λέπι |
met. | λέπια |
nat.sc. | λέπυρο |
| |||
κοινότητα f (The collective of people who interact through or use online resources) | |||
Κοινότητα f | |||
κοινότης m | |||
οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα f; βιοκοινωνία f; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών | |||
κοινότητα f | |||
| |||
Κοινότητα f (A site template that is designed to create an online community where people come together to share ideas or get answers to their questions) | |||
English thesaurus | |||
| |||
European Community (raf) | |||
| |||
com |
Community : 2331 phrases in 69 subjects |