Community | |
comp., MS | Κοινότητα |
community | |
comp., MS | κοινότητα |
environ. | Κοινότητα |
health. | κοινότης |
life.sc. environ. nat.res. | οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα; βιοκοινωνία; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών |
Committees | |
gen. | Επιτροπές |
committee | |
gen. | κοινοβουλευτική επιτροπή |
econ. | επιτροπή |
for | |
gen. | για |
the | |
gen. | ή |
Farm Accountancy Data Network | |
account. agric. polit. | Δίκτυο γεωργικής λογιστικής πληροφόρησης |
account. polit. agric. | Δίκτυο γεωργικής λογιστικής πληροφόρησης |
| |||
κοινότητα f (The collective of people who interact through or use online resources) | |||
Κοινότητα f | |||
κοινότης m | |||
οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα f; βιοκοινωνία f; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών | |||
κοινότητα f | |||
| |||
Κοινότητα f (A site template that is designed to create an online community where people come together to share ideas or get answers to their questions) | |||
English thesaurus | |||
| |||
European Community (raf) | |||
| |||
com |
Community : 2360 phrases in 70 subjects |