Committees | |
gen. | Επιτροπές |
committee | |
gen. | κοινοβουλευτική επιτροπή |
econ. | επιτροπή |
on | |
gen. | ανοιχτό; επάνω; πάνω; προς |
inward processing | |
cust. fin. | καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή; τελειοποίηση προς επανεξαγωγή |
| |||
Επιτροπές f | |||
| |||
κοινοβουλευτική επιτροπή | |||
συμβούλιο των αντιπροσώπων | |||
| |||
επιτροπή (ΕΕ) | |||
English thesaurus | |||
| |||
citte | |||
cmte; com; comm; comte; ctte |
Committee : 3123 phrases in 68 subjects |