automate | |
IT | αυτοματοποιώ |
demand | |
construct. | ζήτησις |
el. | ζήτηση ισχύος; φορτίο |
environ. | αξίωση; απαίτηση; ζήτηση; απαίτηση |
tech. law el. | ζήτηση ηλεκτρισμού; ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας |
resolution | |
comp., MS | ανάλυση |
earth.sc. mech.eng. | διαχωρισμός |
econ. | ψήφισμα |
el. | ευκρίνεια εικόνας |
IT | ανάλυση του Robinson; ανάλυση του Ρόμπινσον; εις άτοπον απαγωγή |
med. | διακριτικότητα |
phys.sc. el. | διαχωριστική ικανότητα |
| |||
αυτοματοποιώ |
Automated : 115 phrases in 15 subjects |