advance | |
gen. | πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ |
advanced | |
gen. | εξελιγμένη; εξελιγμένο |
med. | προχωρημένος; εξελιγμένος |
vision | |
comp., MS | οπτική απεικόνιση |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
audio | |
commun. | ακουστικός; ακοο- ; ηχητικός; ηχο- |
comp., MS | αρχείο ήχου; ήχου |
IT | ακοο-; ακουστικός; ακουστικών συχνοτήτων; ηχητικός; ηχο- |
audio- | |
commun. | ακουστικός; ακοο- ; ηχητικός; ηχο- |
| |||
πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ | |||
| |||
έκθεση έργου; έκθεση προόδου | |||
| |||
εξελιγμένη; εξελιγμένο | |||
προχωρημένος; εξελιγμένος | |||
English thesaurus | |||
| |||
adv | |||
ad | |||
| |||
Advanced SMGCS (MichaelBurov) |
Advanced : 248 phrases in 34 subjects |