Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Terms for subject
Medical
containing
whose
|
all forms
English
Greek
person
who
is badly in need of constant care and attendance
άτομο που χρειάζεται απαραιτήτως διαρκή περίθαλψη και παρακολούθηση
person
who
needs constant care
άτομο που χρειάζεται συνεχή περίθαλψη
person
who
needs regular care
άτομο που χρειάζεται τακτική περίθαλψη
WHO
Expert Committee on Dependence Producing Drugs
Επιτροπή Ειδικών της ΠΟΥ για τα Φάρμακα που Προκαλούν Εξάρτηση
WHO
Pilot Research Project for International Drug Monitoring
Πρόγραμμα Πιλότος Ερευνας της ΠΟΥ για την Διεθνή Εποπτεία Ναρκωτικών
WHO
Scientific Group on Neurophysiological and Behavioural Research in Psychiatry
Επιστημονική Ομάδα της ΠΟΥ για την Νευροφυσιολογική και την Ερευνα Συμπεριφοράς στην Ψυχιατρική
WHO
Scientific Group on Research in Psychopharmacology
Επιστημονική Ομάδα της ΠΟΥ για την Ερευνα στην Ψυχοφαρμακολογία
Get short URL