DictionaryForumContacts

Terms for subject Medical containing vue | all forms | exact matches only
FrenchGreek
adénome des voies biliairesαδένωμα χοληφόρων (cholangioma)
affection des voies biliairesχολοπάθεια
affection des voies biliairesχολαγγειοπάθεια
agent utilisé en vue de diagnostiquer l'état d'immunitéπαράγων που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση του βαθμού ανοσοποιήσεως
agent utilisé en vue de provoquer une immunité activeπαράγων που χρησιμοποιείται για την πρόκληση ενεργητικής ανοσοποιήσεως
agent utilisé en vue de provoquer une immunité passiveπαράγων που χρησιμοποιείται για την πρόκληση παθητικής ανοσοποιήσεως
aspiration de sang dans les voies respiratoiresεισρόφηση αίματος
baisse de la vue entraînant une incapacité de travailπτώσις της οράσεως προκαλούσα ανικανότητα εργασίας
cancer des voies biliairesκαρκίνος χοληφόρων οδων
cholangite des voies biliaires extra-hépatiquesεξωηπατική χολαγγειίτιδα
cholangite des voies biliaires intra-hépatiquesχολαγγειολίτιδα
cholangite des voies biliaires intra-hépatiquesενδοηπατική χολαγγειίτιδα
consommateurs de drogue par voie intraveineuseχρήστες ναρκωτικών ενδοφλέβια
consommateurs de drogue par voie intraveineuseτοξικομανείς που κάνουν ενδοφλέβιες ενέσεις
consommateurs de drogues administrées par voie oraleχρήστες που παίρνουν ναρκωτικά από το στόμα
cystotomie par voie périnéaleπερινεϊκή κυστεοτομία
dose moyenne significative du point de vue génétiqueμέση γενετικά σημαντικά δόση
drogués qui s'administrent leur drogue par voie intraveineuseχρήστες ναρκωτικών που παίρνουν τα ναρκωτικά τους με ενδοφλέβια ένεση
défibrillation par voie externeεξωτερικός απινιδισμός
défibrillation par voie interneεσωτερικός απινιδισμός
déjà-vuφαινόμενο deja-vu
désinhibition d'une voie nerveuseτο αποτέλεσμα το οποίον εγκαταλείπεται επί του νευρικού ιστού διά της διόδο υ του ερεθίσματος
essai de toxicité subchronique par voie oraleμελέτη υποχρόνιας τοξικότητας ουσιών που λαμβάνονται από το στόμα
exposition des voies respiratoires répétée ou prolongéeεπανειλημμένη ή παρατεταμένη έκθεση με εισπνοή
extirpation par voie endovésicaleαφαίρεση δια της ενδοκυστιαίας οδού
faiblesse de la vueμείωσις της οπτικής οξύτητος
faiblesse de la vueαμβλυωπία
faiblesse de la vue par lésion de la pupilleέκπτωσις της οπτικής οξύτητος λόγω βλάβης της κόρης
faiblesse de la vue par opacification cornéenneαμβλυωπία
faiblesse de la vue par opacification cornéenneέκπτωσις της οπτικής οξύτητος λόγω θολώσεως του κερατοειδούς
faiblesse de la vue par opacification du cristallinέκπτωσις της οπτικής οξύτητος λόγω καταρράκτου
fécondation par voie naturelleφυσική γονιμοποίηση
hallucinations de la vueοπτικές ψευδαισθήσεις
hybride trois-voiesυβρίδιο τριών σειρών
hystérectomie par voie basseκολπική υστερεκτομή (hysterectomia vaginalis)
hystérectomie par voie basseκοιλιακή υστερεκτομή (hysterectomia vaginalis)
hystérectomie par voie hauteκοιλιακή υστερεκτομή
illusion du déjà vuπαρααμνησία
illusion du déjà vuπαλίνδρομη αμνησία
illusion épileptique de déjà-vuεπιληπτική παραίσθηση του ήδη ειδωθέντος
infection contractée par voie respiratoireαερογενώς μεταδιδόμενη λοίμωξη
infection contractée par voie respiratoireαερογενής λοίμωξη
infection transmise par voie aérienneαερογενώς μεταδιδόμενη λοίμωξη
lithiase de la voie biliaire principaleλιθίαση κύριας χοληφόρου οδού (cholelithiasis ductus choledochi)
lâchage de microorganismes modifiés par voie de génie génétiqueαπελευθέρωση μικροοργανισμών μεταλλαγμένων με γενετική μηχανική
maladie contractée par voie respiratoireασθένειες μεταδιδόμενες με τον αέρα
maladie des voies urinairesνόσος ουροφόρων οδών
mycose contractée par voie respiratoireμυκητίαση μεταδιδόμενη με εισπνοή
mycose contractée par voie respiratoireαερογενής μυκητίαση
médicament administré par voie intrathécaleφάρμακο που χορηγείται ενδορραχιαίως
médicament utilisé en vue de diagnostiquer l'état d'immunitéφαρμακευτικό προϊόν που χρησιμοποιείται με σκοπό τη διάγνωση του επιπέδου ανοσίας
médicament utilisé en vue de provoquer une immunitéφαρμακευτικό προίόν που χρησιμοποιείται με σκοπό την πρόκληση ανοσίας
obstruction des voies lacrymalesαπόφραξη δακρυικών οδών
opération d'un sac lacrymal par voie endonasale d'après Westεγχείρηση δακρυϊκού ασκού δια της ενδορρινικής οδού κατά West
par voie buccaleαπό του στόματος (per os)
par voie oraleαπό του στόματος (per os)
par voie rectaleμέσω του ορθού
par voie rectaleμέσω του απευθυσμένου
perdu de vueεγκατάλειψη θεραπείας
phénomène de jamais-vuφαινόμενο jamais-vu
ponction biopsie hépatique par voie transjugulaireδιαμεσοσφαγιτιδική ηπατική παρακέντηση-βιοψία
ponction-biopsie hépatique par voie transjugulaireδιαμεσοσφαγιτιδική ηπατική παρακέντηση-βιοψία
procédé par voie cruraleμέθοδος μέσω της μηριαίας οδού
pré-embryon créé par voie naturelleπροέμβρυο δημιουργημένο με φυσικό τρόπο
reposition d'une inversion utérine par voie sanglanteαιματηρή διόρθωση εκστροφής της μήτρας
sensibilisation par voie respiratoireευαισθητοποίηση από εισπνοή
sentiment du déjà-vuαίσθημα κατά το οποίο νομίζει κανείς ότι έχει ακούσει ή αντιληφθεί κάτι προηγούμενα
sténose de la voie pulmonaireστένωση πνευμονικής οδού
taille par voie hypogastriqueυπερηβική κυστοτομία (cystotomia alta)
taille vésicale par voie périnéaleπερινεϊκή κυστεοτομία
troubles de la vueθολή όραση
tuberculose contractée par voie respiratoireφυματίωση μεταδιδόμενη από την αναπνευστική οδό
vaccination par voie muqueuseεμβολιασμός από το βλεννογόνο
verre pour l'examen de la vueγυαλιά για την εξέταση της όρασης
voie alterneεναλλακτική οδός
voie biliaire principaleκοινός χοληφόρος πόρος
voie cataboliqueκαταβολική οδός
voie classiqueκλασική οδός
voie cutanéeδερματική οδός
voie d'association intersegmentaireμεσοτμηματική οδός
voie d'association intrasegmentaireενδοτμηματική οδός
voie de la coagulation extrinsèqueεξωγενής οδός μηχανισμού πήξεως
voie de la coagulation extrinsèqueεξωγενές σύστημα μηχανισμού πήξεως
voie de la coagulation intrinsèqueενδογενής οδός μηχανισμού πήξης
voie de la coagulation intrinsèqueενδογενές σύστημα μηχανισμού πήξης
voie de l'infectionοδός λοίμωξης
voie de transmissionοδός μετάδοσης
voie d'Embden-Meyerhofοδός Embden-Meyerhof
voie dermiqueδερματική οδός
voie d'exposition d'inductionοδός χορηγήσεως για έκθεση διεγέρσεως
voie d'exposition humaineοδός ανθρώπινης έκθεσης
voie d'individuationπορεία ατομίκευσης
voie intraveineuseενδοφλέβια οδός
voie métaboliqueμεταβολικό μονοπάτι
voie métabolique primaire de détoxicationκύρια μεταβολική οδός αποτοξίνωσης
voie réflexeαντανακλαστική οδός
voie sus-pubienneυπερηβική οδός
voie urinaireουροποιητική οδός
voies aériennesαναπνευστικό σύστημα
voies aériennes supérieuresανώτερο αναπνευστικό
voies aérodigestivesαναπνευστικές και πεπτικές οδοί
voies biliairesχολαγγεία
voies cérébelleusesπαρεγκεφαλιδικές οδοί
voies optiques centralesοπτικοί οδοί
voies respiratoiresαναπνευστικό σύστημα
voies respiratoires supérieuresανώτερο αναπνευστικό
voies urinairesουροφόρος οδός
vue perspectiveπροοπτικό σχέδιο
échographie cérébrale par voie transfontanellaireυπερηχογραφία εγκεφάλου δια των κρανιακών πηγών
épreuve double avec transfert passif d'anticorps par voie digestiveδιπλή δοκιμασία με παθητική μεταφορά αντισωμάτων δια καταπόσεως
étude de la toxicité des résidus par voie oraleμελέτη της τοξικότητας των καταλοίπων δια της στοματικής οδού

Get short URL