DictionaryForumContacts

Terms for subject Finances containing exploitation | all forms | exact matches only
FrenchGreek
bénéfice d'exploitationαποτέλεσμα εκμετάλλευσης
bénéfice d'exploitationαποτελέσματα χρήσης
bénéfice d'exploitationοργανικό κέρδος
bénéfice d'exploitationκέρδος επιχειρήσεως
bénéfice d'exploitationκέρδος εκμεταλλεύσεως
bénéfice d'exploitationμεταβολές στα κέρδη πριν από τόκους και φόρους
capacité d'exploitationικανότητα λειτουργίας
capital d'exploitationκεφάλαιο εκμετάλλευσης
capital d'exploitationκεφάλαιο λειτουργίας
capital d'exploitationενεργητικό κεφάλαιο
charge d'exploitationλειτουργική υποχρέωση
charges de l'exploitationδαπάνες εκμετάλλευσης
charges qui grèvent l'exploitationδαπάνες εκμετάλλευσης
comptabilité analytique d'exploitationαναλυτική λογιστική
comptabilité analytique d'exploitationαναλυτική λογιστική εκμετάλλευσης
comptabilité analytique d'exploitationκοστολόγηση
compte d'exploitationλογαριασμός εκμεταλλεύσεως
compte d'exploitationλογαριασμός δημιουργίας εισοδήματος
coût direct d'exploitationάμεσο κόστος εκμετάλλευσης
coûts d'exploitationκόστος λειτουργίας
coûts d'exploitationκόστος εκμετάλλευσης
crédit d'exploitationπίστωση για κεφάλαια κίνησης
dans la mesure que cet impôt est assis sur les bénéfices d'exploitationεφόσον τα κέρδη χρήσεως αποτελούν τη βάση υπολογισμού του φόρου αυτού
droit d'exploitation du sous-solεξορυκτικά δικαιώματα
déficit d'exploitationλειτουργικό έλλειμμα
déficit d'exploitationέλλειμμα εκμετάλλευσης
dépenses d'exploitationδαπάνες λειτουργίας
exploitation comptableλογιστικές εκμεταλλεύσεις
exploitation de pêcheαλιευτική εκμετάλλευση
exploitation en circuit ferméεκμετάλλευση κλειστού κυκλώματος
exploitation en service commercialεμπορική εκμετάλλευση
exploitation sylvicoleδασοκομική εκμετάλλευση
forêts d'exploitation commercialeδάση για εμπορική εκμετάλλευση
forêts d'exploitation commercialeδάση για εμπορική αξιοποίηση
le service d'intérêt et d'amortissement est assuré par les bénéfices d'exploitationη εξυπηρέτηση τόκων και αποσβέσεως του κεφαλαίου εξασφαλίζεται από τα κέρδη εκμεταλλεύσεως
marge d'exploitationκέρδη εκμετάλλευσης
perte d'exploitationλειτουργική ζημία
perte d'exploitationζημία εκμεταλλεύσεως
phase d'exploitationστάδιο λειτουργίας
plan d'exploitationεπιχειρηματικό πρόγραμμα
plan d'exploitationεπιχειρηματικό σχέδιο
plan d'exploitationεπιχειρησιακό σχέδιο
prime de cessation des exploitations viticolesπριμοδότηση για παύση της καλλιέργειας αμπέλων
principe de continuité de l'exploitationαρχή της συνέχειας της εκμετάλλευσης
préservation de la capacité d'exploitationδιατήρηση διαχειριστικού κεφαλαίου
ratio "résultat d'exploitation par employé"λόγος "αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ανά υπάλληλο"
ratio "résultat d'exploitation par tonnes-kilomètres offerts"λόγος "αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ανά τονοχιλιόμετρο"
ressource d'exploitationλειτουργικό κεφάλαιο
ressource d'exploitationλειτουργική ενίσχυση
résultat d'exploitationκέρδος εκμεταλλεύσεως
résultat d'exploitationκέρδος επιχειρήσεως
résultat d'exploitationαποτελέσματα χρήσης
résultat d'exploitationοργανικό κέρδος
rétribution forfaitaire par fiche d'exploitation agricoleκατ΄αποκοπή αμοιβή ανά δελτίο γεωργικής εκμετάλλευσης
société d'exploitationεταιρεία εκμεταλλεύσεως
société d'exploitationδιαφορετική εταιρεία
somme du capital foncier et du capital d'exploitationάθροισμα εγγείου κεφαλαίου και κεφαλαίου εκμετάλλευσης
soutien des exploitations minières des pays ACPσύστημα παροχής στήριξης στις μεταλλευτικές εκμεταλλεύσεις των κρατών ΑΚΕ
subvention d'exploitationεπιδοτήσεις
valeur ajoutée nette d'exploitationκαθαρή προστιθέμενη αξία της εκμετάλλευσης
valeur d'exploitationαποθέματα

Get short URL