Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Terms for subject
Law
containing
vue
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
abus des
voies
de droit
κατάχρηση νομικής διαδικασίας
Accord interinstitutionnel du 20 décembre 1994 - Méthode de travail accélérée en
vue
d'une codification officielle des textes législatifs
Διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994 που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων
acquisition en commun d'une entreprise en
vue
de sa répartition
από κοινού απόκτηση μιας επιχείρησης με σκοπό την κατανομή της
affaire constituant à première
vue
une infraction
εκ πρώτης όψεως
(fumus boni juris)
commission rogatoire délivrée par
voie
d'ordonnance
αίτηση για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων που εκδίδεται με τη μορφή Διατάξεως
compétence au titre des
voies
de recours
δικαιοδοσία ενδίκων μέσων
concession de licences par
voie
d'arbitrage
παραχώρηση αδειών δια διαιτησίας
contrat conclu par
voie
électronique
σύναψη συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα
convention en
vue
d'apporter une solution aux différents internationaux
συνθήκη για την επίλυση διεθνών διαφορών
dissolution par la
voie
administrative
λύση με διοικητική πράξη
décision de statuer par
voie
d'ordonnance motivée
απάντηση με αιτιολογημένη διάταξη
décision exécutoire mais encore susceptible d'une
voie
de recours
εκτελεστή απόφαση κατά της οποίας μπορεί ακόμη να ασκηθούν μέσα
Déclaration d'intention en
vue
de l'association à la Communauté économique européenne des pays indépendants appartenant à la zone franc
Δήλωση προθέσεως εν όψει της συνδέσεως με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα των ανεξαρτήτων χωρών που ανήκουν στη ζώνη φράγκου
Déclaration d'intention en
vue
de l'association à la Communauté économique européenne du royaume de Libye
Δήλωση προθέσεως εν όψει της συνδέσεως με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα του Βασιλείου της Λιβύης
Déclaration d'intention en
vue
de l'association à la Communauté économique européenne du Surinam et des Antilles néerlandaises
Δήλωση προθέσεως εν όψει της συνδέσεως με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα του Σουρινάμ και των Ολλανδικών Αντιλλών
défendre son point de
vue
υποστηρίζω την άποψή μου
en
vue
de promouvoir l'objectif du présent traité
για να προαχθεί ο στόχος της παρούσας συνθήκης
essais en
vue
de l'approbation CEE de modèle
δοκιμές για την έγκριση προτύπου ΕΟΚ
examen en
vue
de l'agrément CEE
de modèle
εξέταση για την έγκριση ΕΟΚ
examen en
vue
de
pour
l'approbation CEE de modèle
εξέταση για την έγκριση προτύπου ΕΟΚ
faire valoir par
voie
extrajudiciaire
προβάλλω εξωδίκως ότι ...
faire valoir par
voie
judiciaire
προβάλλω δικαστικώς ότι ...
fausse déclaration faite en
vue
de l'obtention d'un abattement
μη δήλωση φορολογητέων εισοδημάτων ; ψευδή δήλωση η οποία γίνεται για να επιτευχθεί έκπτωση από το φόρο
garde à
vue
πρoφυλάκιση
interprétation par
voie
d'autorité
αυθεντική ερμηνεία
interview en
vue
d'un emploi
συνέντευξη προς πρόσληψη
les
voies
de droit
η διαδικασία
loi sur l'aide sociale en
vue
de l'entretien des personnes en cours de réadaptation
νόμος περί κοινωνικής βοήθειας με σκοπό τη συντήρηση ατόμων υπό επαναπροσαρμογή
marche à
vue
οπτική απόσταση οχημάτων
matériel de
voie
σιδηροδρομικό υλικό
mesure fixée par
voie
d'ordonnance
καθορίζω με Διάταξη τα αποδεικτικά μέσα
mesure nationale en
vue
d'éviter les abus
εθνικό μέτρο για την καταπολέμηση της κατάχρησης
moyens de fait et de droit justifiant à première
vue
l'octroi de la mesure provisoire
πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί που δικαιολογούν,εκ πρώτης όψεως,τη λήψη του προσωρινού μέτρου
notification par
voie
de publication
κοινοποίηση με δημοσίευση
notification par
voie
de signification
κοινοποίηση με επίδοση
notification par
voie
postale
κοινοποίηση μέσω ταχυδρομείου
par
voie
d'arbitrage
μέσω διαιτησίας
par
voie
d'autorité
με τη χρήση δημόσιας εξουσίας
par
voie
d'autorité
εξουσιαστικώς
par
voie
judiciaire
μέσω της δικαστικής οδού
par
voie
juridictionnelle
δικαστικά
procédure par
voie
express
ταχεία διαδικασία
programme de promotion d'initiatives coordonnées relatives à la lutte contre la traite des êtres humains et l'exploitation sexuelle des enfants, aux disparitions de personnes mineures et à l'utilisation des moyens de télécommunication en
vue
de la traite des êtres humains et de l'exploitation sexuelle des enfants
πρόγραμμα ανάπτυξης συντονισμένων πρωτοβουλιών σχετικά με την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, τις εξαφανίσεις ανηλίκων και τη χρησιμοποίηση των μέσων τηλεπικοινωνίας για σκοπούς εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών
recours ordinaires et autres
voies
pour attaquer les décisions judiciaires et administratives
τακτικά ένδικα μέσα και άλλα μέσα προσφυγής
requête en
vue
de l'engagement de la procédure nationale
αίτηση για την έναρξη της εθνικής διαδικασίας
risque de se
voir
lié par mégarde à des clauses standard
κίνδυνος δέσμευσης με standard ρήτρες
saisir la Cour de justice en
vue
de faire constater cette violation
ασκούν προσφυγή στο Δικαστήριο και ζητούν τη διαπίστωση της παραβάσεως αυτής
servitude de
vue
δουλεία θέας
servitude de
vue
δουλεία ελεύθερης θέας
servitude de
vue
δικαίωμα φωτισμού
signification d'une citation par
voie
postale
κλήτευση με ταχυδρομική επίδοση
sursis par
voie
de référé
αναστολή κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων
voie
cachée
καλυμμένο κανάλι
voie
de droit
ένδικο βοήθημα
voie
de droit
δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη
voie
de recours
διαδικασία ενστάσεων
voie
de recours juridictionnelle
προσφυγή στη δικαιοσύνη
voie
de recours ordinaire
τακτικό ένδικο μέσο
voie
de rétractation contre la décision
αίτημα αναιρέσεως αποφάσεως
voie
judiciaire
ένδικη διαδικασία
voie
secrète
καλυμμένο κανάλι
voies
de droit en vigueur
ισχύουσα διαδικασία
voies
de recours
προσφυγή
voies
de recours particulières
ιδιαίτερα ένδικα μέσα
voies
d'exécution
μέσα εκτελέσεως
vu
l'article...
έχοντας υπ'όψη το άρθρο...
à première
vue
εκ πρώτης όψεως; κατ' αρχάς; prima facie
(prima facie)
éloignement par
voie
maritime
απομάκρυνση δια θαλάσσης
Get short URL