DictionaryForumContacts

Terms containing exercice | all forms | exact matches only
SubjectFrenchGreek
gov., lab.law.accident survenu dans l'exercice ou à l'occasion de l'exercice des fonctionsατύχημα που έχει επέλθει κατά την άσκηση ή επ' ευκαιρία της ασκήσεως των καθηκόντων του υπαλλήλου
lab.law.admission aux fins de l'exercice d'une activité professionnelle indépendanteεισδοχή για άσκηση ανεξάρτητης επαγγελματικής δραστηριότητας
econ.affectation du résultat de l'exercice - les montants affectés à ...η διάθεση των αποτελεσμάτων της χρήσης - τα ποσά που διατίθενται για ...
ed.affiliation aux organisations syndicales et exercice des droits syndicauxσυμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και άσκηση συνδικαλιστικών δικαιωμάτων
lawagir dans l'exercice de la puissance publiqueενεργώ στα πλαίσια της ασκήσεως δημόσιας εξουσίας
agric.aire d'exerciceχώρος άσκησης
fin.apurement des exercices antérieursεκκαθάριση των προηγουμένων οικονομικών ετών
med.autorisation d'exerciceάδεια άσκησης ιατρικού επαγγέλματος
gen.autorité responsable de l'exerciceαρχές της άσκησης
busin., labor.org., account.bilan de clôture de l'exercice précédentισολογισμός κλεισίματος της προηγούμενης χρήσεως
fin.bilan financier de l'exercice 1987δημοσιονομικός ισολογισμός του οικονομικού έτους 1987
commun.bureau de plein exerciceγραφείο όλων των λειτουργιών
fin.bureau de plein exerciceτελωνείο πλήρους δραστηριότητας
fin., account.bénéfice au titre d'un exercice ultérieurκέρδη σε επόμενη φορολογική χρήση
econ., market.bénéfice de l'exerciceσυνολικό καθαρό κέρδος
econ., account.bénéfice de l'exerciceκέρδη χρήσης
econ., market.bénéfice de l'exerciceκέρδος χρήσης
market.bénéfice net de l'exerciceκαθαρό κέρδος τρέχουσας χρήσης
market.bénéfice net de l'exerciceκαθαρό ετήσιο κέρδος
ed.cahier d'exercicesτετράδιο ασκήσεων
econ.capacité d'exerciceδικαιοπρακτική ικανότητα
gen.capacité de planification des exercicesικανότητα σχεδίασης ασκήσεων
lawcapacité requise pour l'exercice de fonctions juridictionnellesικανότητα για την άσκηση δικαστικών καθηκόντων
lawcapacité requise pour l'exercice de fonctions juridictionnellesαπαιτούμενη ικανότητα για την άσκηση δικαστικών καθηκόντων
gen.cartouche d'exerciceφυσίγγι για ασκήσεις βολής
gen.Cellule de planification des exercices du ConseilΟμάδα του Συμβουλίου για τη σχεδίαση ασκήσεων' Προσωπικό του Συμβουλίου για τη σχεδίαση ασκήσεων
gen.Cellule de programmation des exercices du ConseilΟμάδα του Συμβουλίου για τον προγραμματισμό ασκήσεων' Προσωπικό του Συμβουλίου για τον προγραμματισμό ασκήσεων
fin.ces crédits pourront faire l'objet d'un report qui sera limité au seul exercice suivantοι πιστώσεις αυτές είναι δυνατόν να μεταφερθούν μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος
market.charges sur exercices antérieursέξοδα προηγούμενων χρήσεων
market.charges à répartir sur plusieurs exercicesμεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού-έξοδα επόμενων χρήσεων
econ., fin.chiffre d'affaires de l'exerciceετήσιος κύκλος εργασιών
stat., market.clôture de l'exerciceκλείσιμο οικονομικού έτους
stat., market.clôture de l'exerciceλήξη οικονομικού έτους
account.clôture de l'exerciceλήξη της χρήσεως
fin.clôture de l'exercice budgétaireτέλος του οικονομικού έτους
busin., labor.org.clôture de l'exercice précédentκλείσιμο της προηγούμενης χρήσης
market.clôture d'un exerciceκλείσιμο μιάς λογιστικής χρήσης
market.clôture d'un exerciceκλείσιμο των λογαριασμών
market.clôture d'un exerciceκλείσιμο λογαριασμών
law, h.rghts.act.Comité consultatif sur l'exercice du droit de grâceΣυμβουλευτική Επιτροπή για την Απονομή Χαρίτων
fin.comptabilité d'exerciceλογιστική βάση
account.comptabilité d'exerciceαρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων
account.comptabilité d'exerciceαρχή της εγγραφής κατά την ημέρα πραγματοποιήσεως
econ.comptabilité d'exerciceλογιστική σε δεδουλευμένη βάση
fin., econ.compte de gestion consolidé du budget général des Communautés pour l'exercice clôturéενοποιημένος λογαριασμός διαχείρισης του γενικού προϋπολογισμού των Κοινοτήτων για το οικονομικό έτος που έχει κλείσει
fin.compte de gestion consolidé du budget général des Communautés pour l'exercice clôturéενοποιημένος λογαριασμός διαχείρισης του γενικού προϋπολογισμού των Κοινοτήτων
fin., econ.compte de l'exercice en coursλογαριασμός του τρέχοντος οικονομικού έτος
fin.compte de l'exercice en coursλογαριασμός του τρέχοντος οικονομικού έτους
gen.compte rendu final d'exerciceτελική έκθεση άσκησης
gen.conception des exercicesσχεδιασμός των ασκήσεων
med.conditions légales d'exerciceδιάταγμα που καθορίυει τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας
gen.conduite de l'exercice UEεκτέλεση ασκήσεων ΕΕ' διεξαγωγή ασκήσεων ΕΕ
med.contrôle d'exercices physique chiffréδοκιμασία ποσοτικοποιημένων ασκήσεων
gen.Convention européenne sur l'exercice des droits des enfantsΕυρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών
busin., labor.org.Convention européenne sur l'exercice à l'étranger de certains pouvoirs par le syndic en matière de faillite et sur l'information des créanciers étrangersΕυρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση από το σύνδικο στο εξωτερικό ορισμένων εξουσιών σε θέματα πτώχευσης και για τη γνωστοποίηση της πτώχευσης στους ξένους πιστωτές
environ.convention internationale sur les dommages résultant de l'exercice d'activités dangereuses pour l'environnementΔιεθνής σύμβαση σχετικά με τις ζημίες που προκύπτουν από την άσκηση επικίνδυνων για το περιβάλλον δραστηριοτήτων
fish.farm.Convention sur l'exercice de la pêche dans l'Atlantique NordΣύμβαση για την άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων στο βόρειο Ατλαντικό
fin.crédit de l'exerciceπίστωση του οικονομικού έτους
gen.crédits autorisés pour l'exercice en coursπιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το τρέχον οικονομικό έτος
fin.crédits de l'exerciceπιστώσεις του οικονομικού έτους
fin.crédits définitifs de l'exerciceοριστικές πιστώσεις του οικονομικού έτους
fin.crédits ouverts au budget de l'exercice précédentπιστώσεις του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους
fin.crédits ouverts pour l'exercice précédentπιστώσεις του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους
fin.crédits propres à l'exerciceπιστώσεις του οικονομικού έτους
fin.crédits reportés de l'exercice précédentμεταφερόμενες πιστώσεις του προηγούμενου οικονομικού έτους
fin., econ.crédits restant disponibles pour l'exercice suivantπιστώσεις που παραμένουν διαθέσιμες για το επόμενο έτος
gen.dans l'exercice des missions qui lui sont confiées,la Commission s'inspire de...για την εκτέλεση του έργου που της ανατίθεται,η Eπιτροπή καθοδηγείται από...
fin.date d'exerciceημερομηνία λήξης
fin.date d'exerciceημερομηνία άσκησης
busin., labor.org., account.date de clôture des comptes annuels de l'exercice antérieurτέλος της προηγούμενης χρήσης
account.date de l'exercice comptableημερομηνία λογιστικής χρήσης
account.date de l'exercice comptableημερομηνία κατάρτισης λογιστικών καταστάσεων
fin.date et cours d'exerciceημέρα και τιμή άσκησης
health., ed., school.sl.diplôme d'habilitation à l'exercice de la médecine et de la chirurgieδίπλωμα αδείας ασκήσεως της ιατρικής και της χειρουργικής
gen.directeur de l'exerciceδιευθυντής ασκήσεως
polit.Direction "Opérations et exercices"Διεύθυνση "Επιχειρήσεις και ασκήσεις"
fin.directive 2006/48/CE du Parlement européen et du Conseil concernant l'accès à l'activité des établissements de crédit et son exercice refonteΟδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006 , σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων αναδιατύπωση
commun.Directive du Conseil visant à la coordination de certaines dispositions législatives, réglementaires et administratives des Etats membres relatives à l'exercice d'activités de radiodiffusion télévisuelleΟδηγία 89/552/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων
obs., commun.Directive du Conseil visant à la coordination de certaines dispositions législatives, réglementaires et administratives des Etats membres relatives à l'exercice d'activités de radiodiffusion télévisuelleοδηγία "Τηλεόραση χωρίς σύνορα"
polit.Division "Opérations et exercices"τμήμα επιχειρήσεων και ασκήσεων
lawdommage causé par ses agents dans l'exercice de leurs fonctionsζημίες που προξενούν οι υπάλληλοι του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους
market.dotation aux amortissements pour l'exerciceκράτηση ετήσιας απόσβεσης
market.dotation aux amortissements pour l'exerciceποσόν για αποσβέσεις στη χρήση
market.dotation aux amortissements pour l'exerciceποσοστό ετήσιας απόσβεσης
market.dotation aux amortissements pour l'exerciceέξοδα αποσβέσεων για τη χρήση
life.sc., coal.droit d'exercice du géomètreάδεια εξάσκησης τοπογραφικού επαγγέλματος
fin.droits constatés au cours de l'exerciceδικαιώματα που έχουν διαπιστωθεί κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
lawdroits et garanties nécessaires à l'exercice indépendant des fonctionsαναγκαία δικαιώματα και εγγυήσεις για την ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων
fin.droits restant à recouvrer de l'exercice précédentδικαιώματα που παραμένουν προς είσπραξη από το προηγούμενο οικονομικό έτος
gen.début de l'exerciceέναρξη της άσκησης
gen.décision du Conseil fixant les modalités de l'exercice des compétences d'exécution conférées à la CommissionΑπόφαση του Συμβουλίου για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή
fin.déficit reporté de l'exercice précédentμεταφερόμενο έλλειμμα του προηγούμενου οικονομικού έτους
lawdélit lié à l'exercice d'une fonction publiqueέγκλημα που συνδέεται με την άσκηση καθηκόντων στο δημόσιο τομέα
fin.dépenses d'un exerciceδαπάνες οικονομικού έτους
fin., econ.dépenses effectives réalisées au cours d'un exerciceπραγματικές δαπάνες κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους
fin.dépenses prises en compte au titre d'un exerciceδαπάνες που καταλογίζονται στους λογαριασμούς ενός οικονομικού έτους
fin., econ., account.emplois autorisés au titre de l'exerciceθέσεις που έχουν εγκριθεί στα πλαίσια του οικονομικού έτους
fin.en cours d'exerciceκατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
gen.en fin d'exerciceστο τέλος του οικονομικού έτους
fin.engagements contractés au cours de l'exerciceαναλήψεις υποχρεώσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
fin.engagements contractés à la charge de l'exerciceαναλήψεις υποχρεώσεων εις βάρος του οικονομικού έτους
lawentrave affectant l'exercice collectifεμπόδιο που επηρεάζει τη συλλογική άσκησητων δραστηριοτήτων
lawentrave à l'exercice individuelεμπόδιο στην ατομική άσκησητων δραστηριοτήτων
gen.entraver l'exercice du mandatθίγω την άσκηση της εντολής
econ.entreprise commune de plein exerciceλειτουργικά αυτόνομη κοινή επιχείρηση
agric., industr.exercice agricoleέτος εσοδείας
agric., industr.exercice agricoleέτος συγκομιδής
fin.exercice antérieurτο προηγούμενο οικονομικό έτος
fin.exercice antérieurπροηγούμενο οικονομικό έτος
fin.exercice antérieurτο τελευταίο οικονομικό έτος
fin.exercice antérieurτο διαρρεύσαν οικονομικό έτος
fin., econ.exercice apuréοικονομικό έτος του οποίου οι λογαριασμοί έχουν εκκαθαριστεί
fin.exercice apuréοικονομικό έτος για το οποίο έχει γίνει εκκαθάριση
econ.exercice budgétaireοικονομικό έτος
fin., econ.exercice closοικονομικό έτος του οποίου οι λογαριασμοί έχουν εκκαθαριστεί
fin.exercice closοικονομικό έτος για το οποίο έχουν κλείσει οι λογαριασμοί
fin., econ.exercice cloturéοικονομικό έτος του οποίου οι λογαριασμοί έχουν εκκαθαριστεί
busin., labor.org., account.exercice comptableλογιστική χρήση
busin., labor.org., account.exercice comptableλογιστική περίοδος
lawexercice conjoint de l'autorité parentaleαπό κοινού γονική μέριμνα
agric., fish.farm., textileexercice contingentaireέτος ποσόστωσης
transp., nautic.exercice d'abandon du navireγυμνάσια εγκατάλειψης πλοίου
gen.exercice d'activités de radiodiffusionάσκηση ραδιοτηλεοπτικών δραστηριοτήτων
gen.exercice d'alerteάσκηση για αντιμετώπιση εκτάκτου περιστατικού
transp., avia.exercice d'atterrissage forcéπρακτική αναγκαστικής προσγείωσης
gen.exercice de commandement tactiqueάσκηση διοικήσεων επί εδάφους
med.exercice de constrictionσυσφιγκτική άσκησις
fin.exercice de déchargeδιαδικασία απαλλαγής
law, ITexercice de fonctionsάσκηση καθηκόντων
lawexercice de fonctions consulairesάσκηση προξενικών καθηκόντων
med.exercice de la profession médicaleπρακτική εξάσκηση του ιατρικού επαγγέλματος
lawexercice de la puissance publiqueάσκηση της δημόσιας εξουσίας
proced.law.exercice de l'autorité parentaleάσκηση της γονικής μέριμνας
gen.exercice de l'autorité publiqueάσκηση της δημόσιας εξουσίας
transp.exercice de manoeuvre des portesάσκηση λειτουργίας των θυρών
econ., transp.exercice de planificationέτος σχεδίου
econ., transp.exercice de planificationέτος μελέτης
commun.exercice de planification dans le domaine des télécommunicationsΔοκιμαστικός σχεδιασμός στον τομέα των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών
commun.exercice de planification des technologies des télécommunicationsΔοκιμαστικός σχεδιασμός στον τομέα των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών
econ.exercice de prévision de l'automneπροβλέψεις του φθινοπώρου
gen.exercice de redéploiementαναδιοργάνωση της υπηρεσίας
fin.exercice de référenceοικονομικό έτος αναφοράς
social.sc., empl.exercice de simulationάσκηση επί χάρτου
gen.exercice de souscriptionασφαλιστικό έτος
fin.exercice de transitionμεταβατική εταιρική χρήση
nat.sc., industr.exercice de type "benchmark"δοκιμή επιδόσεων
gen.exercice de type CMXασκήσεις τύπου CMX
agric.exercice d'embarcationγυμνάσιο καθαίρεσης λέμβων
agric.exercice d'embarcationγυμνάσιο επιθεώρησης λέμβων
transp., avia.exercice des droits de traficάσκηση των δικαιωμάτων της κυκλοφορίας
transp.exercice des droits de traficάσκηση μεταφορικών δικαιωμάτων
lawexercice des fonctions en pleine impartialité et en toute conscienceάσκηση των καθηκόντων με πλήρη αμεροληψία και ευσυνειδησία
fin.exercice d'imputationοικονομικό έτος καταλογισμού
unions.exercice d'incendieγυμνάσιο πυρκαγιάς
unions.exercice d'incendieάσκηση πυρκαγιάς
fin., econ.exercice dont les comptes ont été apurésοικονομικό έτος του οποίου οι λογαριασμοί έχουν εκκαθαριστεί
fin.exercice d'origineαρχικό οικονομικό έτος
arts.exercice du doigtéεξάσκηση των δακτύλων
lawexercice du droit de visiteάσκηση του δικαιώματος προσωπικής επαφής
insur.exercice du droit d'optionέντυπο Ε103
insur.exercice du droit d'optionάσκηση του δικαιώματος επιλογής
fin.exercice du droit préférentielάσκηση του δικαιώματος προτιμήσεως
fin.exercice du Fondsοικονομικό έτος του ΔNT
fin.exercice du Fondsλογιστική χρήση του ΔNT
law, insur.exercice d'un recoursάσκηση μίας προσφυγής
law, immigr.exercice d'une activité professionnelle sans autorisation de travailάσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας χωρίς άδεια εργασίας
lawexercice d'une activité professionnelle,rémunérée ou nonάσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας αμειβομένης ή μη
lawexercice d'une fonction politique ou administrativeάσκηση πολιτικού ή διοικητικού λειτουργήματος
fin.exercice d'une optionάσκηση οψιόν
law, insur.exercice d'une profession libéraleάσκηση ελεύθερου επαγγέλματος
tech.exercice d'étalonnageάσκηση βαθμονόμησης
gen.exercice d'évaluationέκθεση/μελέτη αξιολόγησης
lawexercice en commun de l'autorité parentaleαπό κοινού γονική μέριμνα
fin.exercice en coursτρέχον οικονομικό έτος
lawexercice en groupeσυλλογική άσκηση του επαγγέλματος
lawexercice en première instance des compétences conférées à la Cour de justiceάσκηση σε πρώτο βαθμό των αρμοδιοτήτων που απονέμονται στο Δικαστήριο
agric., polit.exercice financier agricoleγεωργικό οικονομικό έτος
tax.exercice fiscalφορολογικό έτος
transp., avia.exercice gestuelασκήσεις επαφής τροχών α/φους στο διάδρομο
tech.exercice intercomparatif de calorimètresάσκηση διασυγκρίσεως θερμιδομέτρων
gen.exercice militaireστρατιωτική άσκηση' στρατιωτικές ασκήσεις
med.exercice musculaire isométriqueισομετρική μυική άσκηση
environ.exercice numérique hydrodynamiqueαριθμητική άσκηση υδροδυναμικής
insur.exercice ouvertτα οικονομικό αποτέλεσμα της χρονιάς δεν έχει ακόμη προσδιορισθεί
health.exercice physiqueσωματική άσκηση
fin.exercice précédentτο τελευταίο οικονομικό έτος
fin.exercice précédentτο διαρρεύσαν οικονομικό έτος
fin.exercice précédentτο προηγούμενο οικονομικό έτος
fin.exercice précédentπροηγούμενο οικονομικό έτος; προηγούμενη χρήση
fin.exercice précédentπροηγούμενο οικονομικό έτος
med.exercice respiratoireαναπνευστικές ασκήσεις
gen.exercice réelπραγματική άσκηση
lawexercice salariéάσκηση επαγγέλματος με την ιδιότητα του εμμίσθου
fin.exercice semestriel de surveillance multilatéraleεξαμηνιαία άσκηση πολυμερούς εποπτείας
busin., labor.org., account.exercice socialλογιστική περίοδος
busin., labor.org., account.exercice socialλογιστική χρήση
fin.exercice suivantεπόμενο οικονομικό έτος
law, social.sc.exercice transfrontière du droit de visiteδιασυνοριακή άσκηση του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας
fin.exercice à venirεπόμενο οικονομικό έτος
fin.exercice écouléτο διαρρεύσαν οικονομικό έτος
fin.exercice écouléτο προηγούμενο οικονομικό έτος
fin.exercice écouléτο τελευταίο οικονομικό έτος
fin.exercices antérieursπροηγούμενα οικονομικά έτη
forestr.exercices au solτριβέλλες
environ.exercices communautaires de simulationκοινοτικές ασκήσεις αντιμετώπισης εικονικών καταστάσεων
med.exercices de Kegelασκήσεις Kegel
transp., avia.exercices de panne moteurελιγμός με κινητήρα εκτός λειτουργίας
gen.exercices de transitionμεταβατικές εταιρικές χρήσεις "run-off years of account"
gen.expert dans le domaine des exercicesεμπειρογνώμονας ασκήσεων
ed.expert de la profession en exerciceεμπειρογνώμονας από τους εν ενεργεία επαγγελματίες
gen.expert en exercicesεμπειρογνώμονας ασκήσεων
social.sc.faciliter l'exercice de l'activité professionnelle de la mèreδιευκολύνω την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας για τις μητέρες
lawfaciliter l'accès aux activités non salariées et leur exerciceδιευκολύνω την ανάληψη και την άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων
lawfaute personnelle d'un agent dans l'exercice de ses fonctionsυπαιτιότητα υπαλλήλου της Κοινότητας κατά την άσκηση των καθηκόντων του
gen.feuille de route concernant les exercices"χάρτης πορείας" άσκησης
account.fin d'exerciceτέλος χρήσης
gen.fin de l'exerciceτέλος της άσκησης
law, lab.law.gratification de fin d'exerciceεπίδομα ισολογισμού
gen.Groupe "Exercices"Ομάδα "Ασκήσεις"
fin.heure limite d'exerciceώρα λήξεως
lawimposition abusive de restrictions à l'exercice de droits individuelsκαταχρηστική επιβολή περιορισμών στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων
law, fin.imposition immédiate des bénéfices de l'exerciceάμεση φορολογία των κερδών της εταιρικής χρήσης
gen.institution de plein exercice à vocation consultativeόργανο με πλήρη καθήκοντα συμβουλευτικού χαρακτήρα
law, lab.law.interdiction de l'exercice de la professionαναστολή ασκήσεως του επαγγέλματος
law, lab.law.interdiction de l'exercice de la professionαπαγόρευση άσκησης επαγγέλματος
insur.interdiction de l'exercice d'une profession par l'assurance-accidentsαπαγόρευση απασχόλησης
fin.intégralité des recettes et des dépenses de l'exerciceσύνολο των εσόδων και εξόδων του οικονομικού έτους
fin.l'exercice d'une profession bancaireη άσκηση τραπεζικού επαγγέλματος
gen.la clôture de chaque exerciceτο κλείσιμο κάθε χρήσεως
patents.la jouissance et l'exercice de ces droitsη απόλαυση και η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών
fin., econ.la somme des recouvrements sur droits constatés de l'exercice courantτο άθροισμα των εισπράξεων από βεβαιωθέντα δικαιώματα του τρέχοντος έτους
social.sc.l'accès aux activités non salariées et l'exercice de celles-ciη ανάληψη και η άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων
lawles activités participant à l'exercice de l'autorité publiqueοι δραστηριότητες που συνδέονται με την άσκηση δημοσίας εξουσίας
fin., econ.les dépenses inscrites au budget sont autorisés pour la durée d'un exercice budgétaireτα εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό έξοδα εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους
tax.liasse fiscale de fin d'exerciceφορολογική δέσμη του τέλους του οικομονικού έτους
fin.liquidation des engagements de l'exerciceεκκαθάριση των υποχρεώσεων του οικονομικού έτους
lawlois coordonnés sur l'exercice des assurances privéesκωδικοποιημένος νόμος για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις
med.législation concernant l'exercice médicalιατρική νομοθεσία
social.sc.mesures prévoyant des avantages spécifiques destinés à faciliter l'exercice d'une activité professionnelle par le sexe sous-représentéμέτρα που προβλέπουν ειδικά πλεονεκτήματα, τα οποία διευκολύνουν το λιγότερο εκπροσωπούμενο φύλο να συνεχίσει μια επαγγελματική δραστηριότητα
fin., econ., account.montant global des crédits ouverts au budget de l'exercice précédentπιστώσεις που έχουν ανοιχθεί στα πλαίσια του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους
fin.montants perçus au cours de l'exerciceποσά που εισπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
fin.montants perçus au cours de l'exerciceέσοδα που εισπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
cultur.morceau de musique d'exerciceκομμάτι μουσικής για άσκηση
gen.munition d'exerciceπυρομαχικά ασκήσεων
gen.munition d'exercice tous tempsπυρομαχικά ασκήσεων παντός καιρού
gen.munition d'exercice TTπυρομαχικά ασκήσεων παντός καιρού
market.méthode d'exerciceμέθοδος δεδουλευμένων εσόδων και εξόδων
fin.méthode de la comptabilité d'exerciceλογιστική βάση
interntl.trade., patents.normes concernant l'existence, la portée et l'exercice des droits de propriété intellectuelleπρότυπα σχετικά με τη θεσμοθέτηση, την έκταση και τη χρήση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας
gen.officier chargé de la mise sur pied de l'exerciceαξιωματικός σχεδιασμού ασκήσεως' αξιωματούχος υπεύθυνος για το σχεδιασμό ασκήσεως
gen.officier directeur de l'exerciceαξιωματικός διεξαγωγής ασκήσεων' αξιωματούχος υπεύθυνος για τη διεξαγωγή ασκήσεων
fin.paiements effectués au cours de l'exerciceπληρωμές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
fin.paiements effectués à la charge de l'exerciceπραγματοποιηθείσες πληρωμές εις βάρος του οικονομικού έτους
lawparticipation à l'exercice de prérogatives de puissance publiqueάσκηση της δημόσιας εξουσίας
gen.personne chargée de la direction de l'exerciceαξιωματικός διεξαγωγής ασκήσεων' αξιωματούχος υπεύθυνος για τη διεξαγωγή ασκήσεων
gen.personne chargée de la mise sur pied de l'exerciceαξιωματικός σχεδιασμού ασκήσεως' αξιωματούχος υπεύθυνος για το σχεδιασμό ασκήσεως
gen.personnels concernés par les exercicesκοινότητα ασκήσεων' συμμετέχοντες στην άσκηση
market.perte de l'exerciceσυνολικό καθαρό έλλειμα
market.perte de l'exerciceζημίες χρήσης
busin., labor.org., account.perte de l'exerciceζημία χρήσεως
fin.perte à l'exerciceζημιές χρήσεως
econ.pertes accumulées au cours de plusieurs exercicesζημίες που έχουν σωρευθεί επί σειρά ετών
social.sc., relig.pour l'exercice du culteγια λατρευτικούς σκοπούς
fin.prendre en compte les recettes d'un exercice au titre de cet exerciceλαμβάνω υπόψη τα έσοδα ενός οικονομικού έτους για αυτό το οικονομικό έτος
met., mech.eng.pression d'exercice de la machineπίεση λειτουργίας της μηχανής
law, lab.law.prime de fin d'exerciceεπίδομα ισολογισμού
account.principe de la comptabilité d'exerciceαρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων
fin.principe de la comptabilité d'exerciceαρχή του δεδουλευμένου
fin.principe de la comptabilité d'exerciceπραγματοποίηση των εσόδων/εξόδων
account.principe de la comptabilité d'exerciceαρχή της εγγραφής κατά την ημέρα πραγματοποιήσεως
fin.principe de spécialisation des exercicesπραγματοποίηση των εσόδων/εξόδων
fin.principe de spécialisation des exercicesαρχή του δεδουλευμένου
fin.prise en compte des avances rattachées à l'exercice en coursυπολογισμός των προκαταβολών που αφορούν το τρέχον οικονομικό έτος
fin., account.prix d'exerciceτιμή άσκησης του δικαιώματος
fin., account.prix d'exerciceτιμή εξάσκησης
account.prix d'exerciceτιμή άσκησης
gen.processus de planification de l'exerciceδιαδικασία σχεδίασης ασκήσεων
gen.processus relatif aux exercicesδιαδικασία ασκήσεων
fin.procédure d'exercice automatiqueαυτόματη άσκηση
market.produits sur exercices antérieursέσοδα προηγούμενων χρήσεων
market.profits et pertes sur exercice antérieurκονδύλια προηγουμένων χρήσεων
market.profits et pertes sur exercice antérieurκέρδη και ζημίες προηγούμενων χρήσεων
gen.programmation de l'exercice UEπρογραμματισμός των ασκήσεων ΕΕ
gen.programmation des exercices de l'UEπρογραμματισμός των ασκήσεων ΕΕ
gen.Programme des exercices OTANπρόγραμμα ασκήσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ
gen.Projet de convention relative à l'extension de la Convention de Bruxelles aux matières matrimoniales et aux questions accessoires de l'exercice de l'autorité parentaleΣχέδιο Σύμβασης σχετικά με την επέκταση της Σύμβασης των Βρυξελλών στις γαμικές διαφορές και στα παρεπόμενα ζητήματα άσκησης της γονικής μέριμνας
law, construct.Protocole sur l'exercice des compétences partagéesΠρωτόκολλο σχετικά με την άσκηση των συντρεχουσών αρμοδιοτήτων
polit.président en exerciceεκάστοτε Πρόεδρος
gen.Président en exerciceΠρόεδρος του ΟΑΣΕ
gen.président en exerciceΠρόεδρος εν ενεργεία
polit.président en exercice du Conseilεκάστοτε Πρόεδρος
polit.président en exercice du Conseil de l'Union européenneεκάστοτε Πρόεδρος
lawpériode d'exerciceδιάρκεια του αξιώματος
lawpériode d'exerciceδιάρκεια της θητείας
lawpériode d'exerciceθητεία
market.quote-part des subventions d'investissement virée au résultat de l'exerciceαναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων
fin.rapport sur l'exécution en cours d'exerciceέκθεση για την εκτέλεση κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους
fin.rapport sur l'exécution en fin d'exerciceέκθεση για την εκτέλεση στο τέλος του οικονομικού έτους
fin., account.rattachement des charges aux produits de l'exerciceισοσκελισμός ενεργητικού και παθητικού ενός ισολογισμού
market., fin.recettes de l'exerciceέσοδα ενός οικονομικού έτους
market., fin.recettes d'un exerciceέσοδα ενός οικονομικού έτους
fin., econ.recettes effectives d'un exerciceπραγματικά έσοδα μιας χρήσεως
fin., econ.recouvrements sur les droits restant à recouvrer d'exercices précédentsδικαιώματα που παραμένουν εισπρακτέα από προηγούμενα οικονομικά έτη
fin.remise des comptes d'exerciceυποβολή των λογαριασμών κάθε οικονομικού έτους
fin.remise des comptes de l'exerciceυποβολή των λογαριασμών του οικονομικού έτους
fin.remise des comptes d'un exerciceυποβολή των λογαριασμών του οικονομικού έτους
gen.remplir les conditions d'aptitude physique requises pour l'exercice des fonctionsπληρώ τους όρους υγείας που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων
gen.remplir les conditions d'aptitude physique requises pour l'exercice des fonctionsέχω την απαιτούμενη σωματική ικανότητα για την άσκηση των καθηκόντων μου
account.report de l'exercice précédentλογαριασμός εσόδων εκ μεταφοράς προηγούμενης χρήσης
account.report de l'exercice précédentπλεόνασμα εσόδων
account.report de l'exercice précédentέσοδα προηγούμενης χρήσης
fin.report sur les exercices antérieursμεταφορά σε προηγούμενες χρήσεις
account.report à nouveau de l'exercice précédentλογαριασμός εσόδων εκ μεταφοράς προηγούμενης χρήσης
account.report à nouveau de l'exercice précédentπλεόνασμα εσόδων
account.report à nouveau de l'exercice précédentέσοδα προηγούμενης χρήσης
fin.reports vers l'exercice suivantμεταφορές στο επόμενο οικονομικό έτος
gen.règlement établissant les règles et principes généraux relatifs aux modalités de contrôle par les États membres de l'exercice des compétences d'exécution par la CommissionΚανονισμός για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή
law, med.réglementation fédérale en matière d'exercice du métier de médecinομοσπονδιακός ιατρικός κανονισμός
fin.résultat de l'exerciceαποτέλεσμα χρήσης
econ., account.résultat de l'exerciceαποτελέσματα χρήσεως
fin.résultat net de l'exerciceκαθαρό αποτέλεσμα χρήσης
ed., lab.law.science de l'exercice de la médecineθεωρητική εκπαίδευσις εις το ιατρικόν επάγγελμα
polit.Section "Exercices"υποτμήμα ασκήσεων
gen.section responsable des exercicesτμήμα ασκήσεων
econ., market.service fourni dans l'exercice du pouvoir gouvernementalυπηρεσία που παρέχεται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας
fin., account.solde de l'exerciceυπόλοιπο του οικονομικού έτους
fin., econ.solde de l'exerciceυπόλοιπο του οικονομικού έτους' υπόλοιπο της χρήσης
fin.solde de l'exerciceυπόλοιπο οικονομικού έτους
econ.solde d'exécution de l'exercice précédentυπόλοιπο εκτέλεσης από το προηγούμενο οικονομικό έτος
fin.solde définitif de l'exerciceοριστικό υπόλοιπο του οικονομικού έτους
fin.solde net de l'exercice précédentκαθαρό υπόλοιπο από το προηγούμενο οικονομικό έτος
account.solde reporté de l'exercice précédentλογαριασμός εσόδων εκ μεταφοράς προηγούμενης χρήσης
account.solde reporté de l'exercice précédentέσοδα προηγούμενης χρήσης
account.solde reporté de l'exercice précédentπλεόνασμα εσόδων
fin., econ.soumettre les comptes de l'exercice écouléη Επιτροπή καταθέτει τους λογαριασμούς του διαρρεύσαντος οικονομικού έτους
market., fin.stock au début d'exerciceαπόθεμα αρχής χρήσης
market., fin.stock en fin d'exerciceαπόθεμα τέλους χρήσης
law, fin.taxation immédiate des bénéfices de l'exerciceάμεση φορολογία των κερδών της εταιρικής χρήσης
med.température centrale à l'exerciceθερμοκρασία κατά την κίνηση
mater.sc.tour d'exerciceπύργος ασκήσεων
gen.tête d'exerciceοπλική κεφαλή ασκήσεων
fin.variations de crédits d'un exercice à l'autreμεταβολές των πιστώσεων από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο
life.sc.zone d'exerciceπεριοχή ασκήσεων
life.sc.zone d'exerciceζώνη ασκήσεων
gen.élaboration du budget de l'exerciceκατάρτιση προϋπολογισμού της άσκησης
agric.étable à aire d'exerciceστάβλος με χώρο άσκησης
fin.évolution des crédits de l'exerciceεξέλιξη των πιστώσεων του οικονομικού έτους

Get short URL