Subject | French | Greek |
earth.sc. | appareil de projection mobile télécommandé | τηλεχειριζόμενο κινητό μηχάνημα ψεκασμού |
transp. | appareil à gouverner télécommandé | τηλεχειριζόμενος εξαρτισμός πηδαλιουχίας |
IT | bouclage télécommandé | τηλεχειριζόμενη ανακύκλωση |
IT | bouclage télécommandé | τηλεελεγχόμενος βρόχος |
commun., el. | boîtier de télécommande | τηλεπιλογέας |
commun. | central télécommandé | τηλεπιβλεπόμενο κέντρο |
el. | centre de télécommande | κέντρο ελέγχου διά τηλεχειρισμών |
el. | centre de télécommande | κέντρο διασυνδέσεων |
commun. | centre télécommandé | τηλεπιβλεπόμενο κέντρο |
IT, el. | circuit de contrôle de télécommande | κύκλωμα ελέγχου εξ αποστάσεως |
IT | clavier de telecommande | πληκτρολόγιο ελέγχου από απόσταση |
commun., IT | clavier de télécommande | ασύρματο πληκτρολόγιο εντολών |
commun. | clavier télécommande | συσκευή τηλεχειρισμού |
el. | condamner la télécommande d'un appareil | μη δυνατότης χειρισμού μιας συσκευής από τον τηλεχειρισμό της |
el. | condamner la télécommande d'un appareil | θέση εκτός λειτουργίας του τηλεχειρισμού μιας συσκευής |
earth.sc. | décontamination télécommandée | δοκιμή απολύμανσης εξ αποστάσεως |
earth.sc. | décontamination électrochimique télécommandée | ηλεκτροχημική απολύμανση εξ αποστάσεως |
earth.sc. | démantèlement télécommandé | τηλεχειριζόμενη αποσυναρμολόγηση |
transp. | feu télécommandé | τηλεκατευθυνόμενος φανός |
transp., avia., astronaut. | guidage par télécommande | τηλεκατευθυνόμενη οδήγηση |
commun. | guidage par télécommande | καθοδήγηση με σήματα εντολών |
transp., avia., astronaut. | guidage télécommandé | τηλεκατευθυνόμενη οδήγηση |
commun. | guidage télécommandé | καθοδήγηση με σήματα εντολών |
el. | injection parallèle d'un signal de télécommande centralisée | εγκάρσια έγχυση κεντρικά τηλεχειριζόμενου σήματος |
el. | injection série d'un signal de télécommande centralisée | σειριακή έγχυση κεντρικά τηλεχειριζόμενου σήματος |
commun. | installation de télécommande | σύστημα τηλεχειρισμού |
mech.eng. | manche de télécommande | τηλεχειριστήριο |
mech.eng. | manchon de télécommande | χιτώνιο τηλεχειρισμού |
gen. | manipulation semi-autonome télécommandée | ημιαυτόνομος τηλεχειριζόμενος χειρισμός |
commun., transp. | manoeuvres télécommandées | τηλεχειριζόμενοι ελιγμοί |
earth.sc. | mise au point télécommandée | τηλεκατευθυνόμενη εστίαση |
commun. | moyen de télécommande | υπηρεσία τηλεκατεύθυνσης |
commun. | ordre de télécommande | εντολή τηλεχειρισμού |
IT, dat.proc. | processeur de télécommande | επεξεργαστής τηλεχειρισμού |
commun. | pupitre de télécommande videomasking | τράπεζα τηλεχειρισμού των σημάτων εικόνας και της χρωματικής διόρθωσης |
el. | rendre impossible la manoeuvre d'un appareil par télécommande | μη δυνατότης χειρισμού μιας συσκευής από τον τηλεχειρισμό της |
el. | rendre impossible la manoeuvre d'un appareil par télécommande | θέση εκτός λειτουργίας του τηλεχειρισμού μιας συσκευής |
tech. | robinet de service télécommandé | αυτόματη βαλβίδα φιάλης |
commun. | récepteur de télécommande | δέκτης εντολών |
earth.sc. | segmentation télécommandée sous eau | τηλεχειριζόμενος υποβρύχιος τεμαχισμός |
commun., transp. | signal routier actionné par télécommande | τηλεχειριζόμενο οδικό σήμα |
commun. | signal de télécommande | σήμα τηλερρύθμισης |
IT, el. | signal de télécommande | σήμα τηλεελέγχου |
commun., el. | sous-station télécommandée | υποσταθμός τηλεχειριζόμενος |
commun. | station de poursuite de télécommande et d'acquisition de données | σταθμός τηλεχειρισμού,ιχνηλάτησης και απόκτησης δεδομένων |
commun. | station télécommandée | τηλεχειριζόμενος σταθμός εκπομπής |
commun. | système de télécommande | τηλεκατευθυνόμενο σύστημα |
gen. | système neutron-gamma automatique télécommandé | αυτοματοποιημένο τηλεχειριζόμενο σύστημα νετρονίων και ακτίνων γ |
transp., mil., grnd.forc. | systèmes de télécommande | τηλεκατευθυνόμενα συστήματα |
commun. | télécommande au sol | τηλεχειρισμός από το έδαφος |
el. | télécommande centralisée | κεντρικός τηλεχειρισμός |
el. | télécommande centralisée | κεντρικός έλεγχος φορτίων με τηλεχειρισμό |
el. | télécommande centralisée de charges | κεντρικός έλεγχος φορτίων με τηλεχειρισμό |
IT, transp., tech. | télécommande d'arrêt d'urgence | διακοπή εκτάκτου ανάγκης εξ αποστάσεως |
el. | télécommande de machines | τηλεχειρισμός μηχανών |
mech.eng. | télécommande de précision | τηλεχειρισμοί ακριβείας |
comp., MS | Télécommande de présentation | Τηλεχειρισμός παρουσίασης |
commun., transp. | télécommande des locomotives | τηλεχειρισμός μηχανών |
commun., transp. | télécommande des sous-stations | τηλεχειρισμός των υποσταθμών |
el. | télécommande d'une ligne | κεντρικός τηλεχειρισμός κυκλοφορίας |
transp., el. | télécommande d'une zone | τηλεχειρισμός ζώνης |
commun. | télécommande d'équipement | τηλερρύθμιση εξοπλισμού |
commun. | télécommande et acquisition de données | εντολή και λήψη δεδομένων |
commun., IT | télécommande numérique | τηλεχειρισμός ψηφιακών ηχητικών σημάτων |
comp., MS | Télécommande PowerPoint Mobile | Ασύρματος τηλεχειρισμός PowerPoint |
commun., astronaut., transp. | télécommande spatiale | διαστημικός τηλεχειρισμός |
commun. | télécommande à apprentissage | τηλεμάθηση |
transp., el. | télécommande à courant codé | τηλεχειρισμός με κωδικοποιημένα ρεύματα |
commun. | télécommande à infrarouge | τηλεχειριστήριο υπέρυθρης ακτινοβολίας |
commun. | télécommande à vue | εντολή καθοδήγησης βλήματος σε οπτική επαφή με στόχο |
commun., el. | télémesure et télécommande | τηλεμετρία και τηλεκατεύθυνση |
IT, el. | unité de mesures télécommandées | μονάδα τηλεχειριζόμενης μέτρησης |
transp., mil., grnd.forc., mech.eng. | vanne d'isolement télécommandée avec limiteur de débit | τηλεχειριζόμενη βαλβίδα παροχής με ρυθμιστή |
commun., mech.eng. | verrou d'antenne de télécommande | γρύλος ακινητοποίησης κεραίας τηλεχειρισμού |
transp. | volet d'incendie à télécommande et automatique | διάφραγμα απομονώσεως πυρός που λειτουργεί αυτόματα και με τηλεχειρισμό |
transp., industr. | véhicule télécommandé | τηλεκατευθυνόμενο όχημα |
commun., mech.eng. | vérin d'antenne de télécommande | γρύλος κεραίας τηλεχειρισμού |
commun. | équipement de télécommande | εξοπλισμός τηλερρύθμισης |
commun. | équipement de télécommande | εξοπλισμός τηλελέγχου |
commun. | équipement de télécommande | Εξάρτημα τηλεχειρισμού |