Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Terms containing
validate
|
all forms
|
exact matches only
Subject
English
Greek
environ.
validate
data
Επικυρωμένα δεδομένα
fin.
validate
expenditure
εκκαθαρίζω δαπάνες
med.
validating
experimental study
πειραματική μελέτη για την επικύρωση
commun.
validating
SGML parser
κυρωτικός συντακτικός αναλύτης SGML' κυρωτικός συντακτικός αναλύτης Πρότυπης Γλώσσας Γενικευμένης Σήμανσης
IT, dat.proc.
validating
SGML parser
κυρωτικός συντακτικός αναλύτης της πρότυπης γλώσσας γενικευμένης σήμανσης
IT, dat.proc.
validating
SGML parser
κυρωτικός συντακτικός αναλύτης SGML
commun.
validating
Standard Generalised Markup Language parser
κυρωτικός συντακτικός αναλύτης SGML' κυρωτικός συντακτικός αναλύτης Πρότυπης Γλώσσας Γενικευμένης Σήμανσης
IT, dat.proc.
validating
Standard Generalized Markup Language parser
κυρωτικός συντακτικός αναλύτης της πρότυπης γλώσσας γενικευμένης σήμανσης
Get short URL