Subject | English | Greek |
gen. | Accelerated ageing tests of treated wood prior to biological testing - Evaporative ageing procedure | Τεχνητή γήρανση εμποτισμένου με συντηρητικό ξύλου πριν από βιολογικές δοκιμές - Δοκιμασία εξατμίσεως |
earth.sc., tech. | acoustic fatigue test | δοκιμή ακουστικής κόπωσης |
health. | acoustic test fixture | συσκευή ακουστικών δοκιμών |
health. | acoustic test fixture | εξοπλισμός ακουστικών δοκιμών |
nat.sc. | acoustic vibration test equipment | εξοπλισμός δοκιμής ακουστικών κραδασμών |
IT | algorithmic test case generation | αλγοριθμική παραγωγή περιπτώσεων δοκιμής |
med. | alpha-1 antitrypsin test | δοκιμασία α1-αντιθρυψίνης |
met. | alternate bending test | παλινδρομική δοκιμασία κάμψεως |
tech., met. | alternating bending test | παλινδρομική δοκιμή κάμψης |
nat.sc. | analytical portion for test | αναλυτικά δείγματα |
transp. | anthropomorphic test device | ανθρώπινο ομοίωμα |
transp. | anthropomorphic test device | ανδρείκελο |
astronaut., transp. | anthropomorphic test dummy | Δοκιμή με ανθρωπόφορφα ομοιώματα |
med. | antiglobulin test | δοκιμασία AGT |
med. | antiglobulin test | δοκιμασία αντισφαιρίνης |
med. | antiglobulin test | δοκιμασία Coombs |
met. | as shown by end quench test hardness curves | όπως προκύπτει από τις καμπύλες σκληρότητας της δοκιμής ελέγχου του ψυχρού άκρου |
math. | asymmetrical test | μονόπλευρος έλεγχος |
math. | asymmetrical test | 'ελεγχος μίας ουράς |
math. | asymmetrical test | μη σμμετρικός έλεγχος |
stat. | asymptotic test | ασυμπτωτικό τεστ |
health. | audiometric test room | Θάλαμος ακουομετρικών δοκιμών |
med. | audiometric test room | ηχομονωμένη αίθουσαγιά τέστ ακουομετρήσεως |
earth.sc., tech. | ballistic range test | δοκιμή βαλιστικής εμβέλειας |
med. | Barany caloric test | θερμογόνος δοκιμασία του Barany |
mater.sc. | bending and buckling strength test machine | μηχανή ελέγχου αντοχής στην κάμψη και παραμόρφωση |
tech., met. | bending test | δοκιμή κάμψης |
tech., met. | bending test | δοκιμή δίπλωσης |
mater.sc., industr., construct. | bending test | δοκιμή κάμψεως |
met. | bending test of a ring | δοκιμή κάμψης ενός δακτυλίου |
met. | bending test piece | δοκίμιο κάμψης |
med. | Benedict test | δοκιμασία Benedict |
med. | Bernstein 3-gene-test rule | κανών της δοκιμασίας των τριών γονιδίων του BERNSTEIN |
med. | Bing entotic test | πείραμα Bing |
environ. | biological test The laboratory determination of the effects of substances upon specific living organisms | βιολογική δοκιμασία |
nat.sc., environ. | biological test | βιολογική δοκιμασία |
med. | blind test | τυφλό πείραμα |
med. | blood sedimentation test | αντίδραση καθίζησης αίματος |
med. | blood sedimentation test | αντίδραση καθίζησης ερυθροκυττάρων |
med. | blood test for evidence of syphilitic infection | ανάλυση αίματος για συφιλίδα |
med. | Boas gastric passage test | δοκιμασία πυλωρικής λειτουργικότητας Boas |
med. | Boas gastric passage test | δοκιμασία πυλωρικής |
med. | Boas pyloric tolerance test | δοκιμασία πυλωρικής |
med. | Boas pyloric tolerance test | δοκιμασία πυλωρικής λειτουργικότητας Boas |
med. | Bodal's test | δοκιμασία Bodal |
med. | Brock's string test | διοφθαλμική δοκιμασία όρασης Brock |
med. | Brock's string test | δοκιμασία σπάγγου Brock |
mech.eng., el. | calibrated driving machine test | δοκιμή με βαθμονομημένη βοηθητική μηχανή |
med. | caloric test | θερμογόνος δοκιμασία |
med. | caloric test | θερμική δοκιμασία |
mech.eng., el. | calorimetric test | θερμιδομετρική δοκιμή |
gen. | Cantonnet's test | δοκιμασία του CANTONNET |
mater.sc., construct. | capping a test speciment of concrete | επιπεδοποίηση ενός δείγματος ελέγχου του σκυροδέματος |
med. | catalase test | δοκιμασία καταλάσης |
med. | characterological intelligence test | χαρακτηριολογική δοκιμασία ευφυίας |
industr., chem. | chemical durability test | Δοκιμή χημικής ανθεκτικότητας |
chem. | chemical test | χημική δοκιμασία |
med. | chi square test | δοκιμασία χι τετράγωνο |
med. | cis-trans test | ομόπλευρη-ετερόπλευρη δοκιμασία |
med. | cis-trans test | ανάλυση συμπληρωματικότητας |
med. | cis-trans test | δοκιμασία συμπληρωματικότητας |
nat.sc. | climatic test chamber | θάλαμος κλιματικών δοκιμασιών |
med. | clinical biochemistry test | κλινική βιοχημική δοκιμασία |
med. | CO2 reinhalation test | δοκιμασία φόρτισης CO2 |
med. | CO2 reinhalation test | δοκιμασία επανεισπνοής CO2 |
med. | combined chronic toxicity carcinogenicity test | συνδυασμένη δοκιμασία χρόνιας τοξικότητας και ικανότητας καρκινογένεσης |
med. | combined chronic toxicity/carcinogenicity test | συνδυασμένη δοκιμασία χρόνιας τοξικότητας και ικανότητας καρκινογένεσης |
commun., tech. | combined 100-series test | συνδυασμένες δοκιμές 100-σειρών |
med. | complementation test | ανάλυση συμπληρωματικότητας |
med. | complementation test | δοκιμασία cis-trans |
med. | complementation test | ομόπλευρη-ετερόπλευρη δοκιμασία |
med. | complementation test | δοκιμασία συμπληρωματικότητας |
med. | complete biological test | γενικό τσέκ-απ |
med. | complete biological test | γενική εξέτασις |
med. | Coombs test | δοκιμασία AGT |
med. | Coombs test | δοκιμασία αντισφαιρίνης |
med. | corpus luteum hormone test | δοκιμασία προσδιορισμού προγεστερόνης |
tech. | creep test | δοκιμή ερπυσμού |
tech. | creep test | δοκιμή διαρροής |
transp., mater.sc. | creep test strength | αντοχή στη δοκιμασία ερπυσμού |
tech. | creep-rupture test | δοκιμή θραύσεως λόγω διαρροής |
med. | cross test | επαναδιασταύρωση |
med. | cross test | διασταύρωση ελέγχου |
met. | cupping test | δοκιμασία κοιλάνσεως |
tech., met. | cupping test | δοκιμή κοίλανσης |
gen. | Cupping test | Δοκιμή κοιλάνσεως |
med. | cutaneous test | δερματολογικό τεστ |
industr., construct., chem. | cyclic loading test | Kυκλικό τέστ φορτίσεως |
met. | cylindrical test-piece | κυλινδρικό δοκίμιο |
math. | D'Agostino's test | έλεγχος D'Agostino |
stat., scient. | Daniel's test | έλεγχος του Daniels |
stat. | Daniel's test | έλεγχος του Daniel |
stat., scient. | David's empty cell test | έλεγχος των κενών κελιών του David |
stat. | David's empty cell test | άδειο δοκιμή κελί του Δαβίδ |
met. | deep cupping test | δοκιμασία βαθειάς κοιλάνσεως |
met. | deep drawing test | δοκιμή βαθειάς κοίλανσης |
met. | 180 degrees flat bend test | δοκιμή κάμψης |
met. | 180 degrees flat bend test | έλεγχος κάμψης |
med. | dermatologic test | δερματολογικό τεστ |
med. | dermatologic test | δερματική δοκιμασία |
med. | dexamethasone suppression test | δοκιμασία καταστολής με δεξαμεθαζόνη |
med. | Dick test toxin | τοξίνη δοκιμασίας Dick |
med. | Dick test toxin | τοξίνη Dick |
med. | Dick test toxin | ερυθρογόνος τοξίνη |
tech., mater.sc. | dilatometric test | δοκιμασία διασταλτικότητας |
med. | direct antiglobulin test | άμεση AGT δοκιμασία |
med. | direct antiglobulin test | άμεση δοκιμασία αντισφαιρίνης |
med. | direct antiglobulin test | άμεση δοκιμασία Coombs |
med. | direct Coombs test | άμεση δοκιμασία αντισφαιρίνης |
med. | direct Coombs test | άμεση AGT δοκιμασία |
med. | direct Coombs test | άμεση δοκιμασία Coombs |
transp., tech. | direction of travel of the test vehicle | τροχιά του οχήματος δοκιμής |
transp., tech. | direction of travel of the test vehicle | διεύθυνση πορείας του οχήματος δοκιμής |
med. | Dobson's test | δοκιμασία ανάγνωσης Dobson |
med. | Donders convergiometric test | δοκιμασία Donders |
med. | Donders pseudo-isochromatic test | ψευδο-ισοχρωματική δοκιμασία του Donders |
med. | drawing-completion test | δοκιμασία ολοκλήρωσης σχεδίου ή σκίτσου |
astronaut., transp. | dynamic test | δοκιμή δυναμική |
mech.eng. | dynamic test | δυναμική δοκιμή |
tech. | dynamic test | δοκιμή σε δυναμική καταπόνηση |
gen. | Dynamic test program | Δυναμικό πρόγραμμα ελέγχου |
tech. | dynamic test under load | δοκιμή σε δυναμική καταπόνηση |
med. | electric skin test | δερματικό τεστ της κυκλοφορίας με ηλεκτρική διέγερση |
mech.eng., el. | electrical back-to-back test | δοκιμή ηλεκτρικά συνδεδεμένων μηχανών |
IT, el. | electrical test | ηλεκτρολογικός έλεγχος |
commun. | electronic test pattern | διάγραμμα ηλεκτρονικής δοκιμής |
med. | Elsberg's test | μέθοδος Elsberg |
med. | endurance test | δοκιμασία διάρκειας |
med. | endurance test | τεστ κόπωσης |
med. | endurance test | δοκιμασία κόπωσης |
environ. | EP-Tox-Test | Δοκιμή Τοξικότητας με Διαδικασία Εκχύλισης |
med. | erythrocyte fragility test | δοκιμασία ερυθροκυτταρικής ευθραυστότητας |
med. | E.S.A.test | δοκιμασία E.S.A. |
med. | ethical test | ηθική δοκιμασία |
med. | Evans somatotropic hormone test | δοκιμασία του Evans |
environ. | Extraction Procedure Toxicity Test | Δοκιμή Τοξικότητας με Διαδικασία Εκχύλισης |
med. | Falls and Freda and Cohen test | δοκιμασία Cohen |
gen. | fast flux test reactor | πειραματικός αντιδραστήρας ταχείας ροής |
med. | fatigue test | δοκιμασία διάρκειας |
med. | fatigue test | τεστ κόπωσης |
med. | fatigue test | δοκιμασία κόπωσης |
med. | Fehling test | δοκιμασία Fehling |
med. | fluctuation test | δοκιμασία διακύμανσης |
tech., el. | fluoroscopic leak test | δοκιμή διαρροής με φθορίζον υγρό |
industr., construct., chem. | four-point bending test | Δοκιμασία αντοχής κάμψεων τεσσάρων σημείων |
comp., MS | generic test | γενική δοκιμή (A known Visual Studio test type that encapsulates an unknown test or tool and allows Visual Studio to treat it as a known type) |
med. | genotypic test | γονοτυπική δοκιμασία |
med. | glucose tolerance test | δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη |
astronaut., transp. | ground load dynamic test | Δοκιμή δυναμικού φορτίου εδάφους |
transp., avia. | ground test | δοκιμή εδάφους |
transp. | ground test | επίγεια δοκιμή |
med. | Guthrie test | δοκιμασία Guthrie |
transp. | gyro run-in/motor test station | σταθμός ελέγχου του ρονταρίσματος γυροσκοπίων δοκιμών κινητήρων |
tech., mater.sc. | hardness testing,hardness test | σκληρομέτρηση |
mech.eng., el. | harmonic test | δοκιμή αρμονικών |
med. | Harris-Archer ophthalmic sensibility test | δοκιμασία οφθαλμικής ευαισθησίας Harris-Archer |
med. | Hen's Egg Chorion allantoic Membrane Test | βιοδοκιμή σε χωριο-αλλαντοϊκή μεμβράνη αυγού όρνιθας |
med. | heterophoric test | δοκιμασία ετεροφορίας |
el. | HI-Pot test | δοκιμή υψηλού δυναμικού |
med. | Hitzig galvanic test | γαλβανική δοκιμασία Hitzig |
transp., mater.sc. | hold-down test | δοκιμή σε δοκιμαστήριο |
stat., scient. | Hollander's bivariate symmetry test | έλεγχος διμεταβλητής συμμετρίας του Hollander |
stat. | Hollander's bivariate symmetry test | διμεταβλητή δοκιμή συμμετρίας των Hollander |
stat., scient. | Hollander's parallelism test | έλεγχος παραλληλίας του Hollander |
stat. | Hollander's parallelism test | δοκιμή παραλληλισμού των Hollander |
math. | honestly significant difference test | Tukey στατιστικό |
math. | honestly significant difference test | δοκιμασία Tukey του |
math. | honestly significant difference test | ειλικρινά σημαντική δοκιμασία διαφορά |
health. | Huddleson opsonocytophagic test | δοκιμασία συγκόλλησης για την βρουκέλλα κατά Huddleson |
med. | human chorionic gonadotropin test | δοκιμασία HCG |
med. | human chorionic gonadotropin test | δοκιμασία χοριακής γοναδοτροπίνης |
tech., mater.sc. | hydraulic test | δοκιμή αντίστασης στην υδραυλική πίεση |
mech.eng. | hydraulic test bench | υδραυλικό δοκιμαστήριο |
mech.eng. | hydraulic test bench | δοκιμαστήριο υδραυλικών συσκευών |
industr., construct., chem. | hydrolytic resistance test | Δοκιμασία αντοχής στην υδρόλυση |
industr. | hydrostatic test | υδραυλική δοκιμή |
el. | i-c dynamic test system | σύστημα δυναμικού ελέγχου για ολοκληρωμένο κύκλωμα |
med. | immune test | ανοσολογική δοκιμασία |
med. | immune test | ανοσοπροσδιορισμός |
met., mech.eng. | impact bending test | δοκιμή κρούσης/κάμψης |
mater.sc. | impact bending test | δοκιμασία παραμόρφωσης στην κρούση |
med. | in vitro mammalian cytogenetic test | κυτταρογενετική δοκιμασία σε κύτταρα θηλαστικών in vitro |
med. | in vivo mammalian bone-marrow-cytogenic test | κυτταρογενετική δοκιμασία σε μυελό των οστών θηλαστικών in vivo |
med., life.sc. | in vivo mammalian germ-cell cytogenetic test | κυτταρογενετική δοκιμασία γεννητικών κυττάρων θηλαστικού in vivo |
med. | indole test | δοκιμασία ινδόλης |
med. | inkblot test | δοκιμασία Rorschach |
met. | interrupted creep test | διακεκομμένη δοκιμή ερπυσμού |
med. | Klemperer gastric function test | δοκιμασία γαστρικής λειτουργίας του Klemperer |
med. | Kretschmer bending test | δοκιμασία επίκυψης Kretschmer |
med. | Kveim test | δοκιμασία Kveim-Nickerson |
med. | Kveim test | δοκιμασία Kveim |
med. | Kveim test | δοκιμασία Kveim-Siltzbach |
med. | Kveim-Nickerson test | δοκιμασία Kveim |
med. | Kveim-Nickerson test | δοκιμασία Kveim-Nickerson |
med. | Kveim-Nickerson test | δοκιμασία Kveim-Siltzbach |
med. | Kveim-Siltzbach test | δοκιμασία Kveim-Nickerson |
med. | Kveim-Siltzbach test | δοκιμασία Kveim |
med. | Kveim-Siltzbach test | δοκιμασία Kveim-Siltzbach |
earth.sc. | large dynamic test facility | μεγάλη εγκατάσταση δυναμικών δοκιμών |
nat.sc. | Large Dynamic Test Facility | Μεγάλη Μονάδα Δυναμικών Δοκιμών |
med. | latex agglutination test | δοκιμή συγκόλλησης latex |
med. | latex fixation test | δοκιμή συγκόλλησης latex |
stat., scient. | least significant difference test | ελάχιστα σημαντικός έλεγχος διαφοράς |
math. | least significant difference test | λιγότερη σημαντική δοκιμή διαφοράς |
interntl.trade. | limitations on the total number of service operations or on the total quantity of service output expressed in terms of designated numerical units in the form of quotas or the requirement of an economic needs test | περιορισμοί ως προς το συνολικό αριθμό πράξεων στον τομέα των υπηρεσιών ή ως προς τη συνολική ποσότητα των παραγομένων υπηρεσιών, οι οποίοι εκφράζονται με καθορισμένες αριθμητικές μονάδες υπό μορφή ποσοστώσεων ή εξέτασης των οικονομικών αναγκών |
med. | limiting-dilution test | ανάλυση περιοριστικής αραίωσης |
med. | lymphocytic activation test | δοκιμασία λεμφοκυτταρικής ενεργοποίησης |
met. | magnetic cross-section of test piece | μαγνητική εγκάρσια διατομή δοκιμίου |
met. | magnetic powder bar surface test | επιφανειακή δοκιμή ράβδου με μαγνητοκονία |
nucl.phys. | material balance test | δοκιμή ισολογισμού υλικών |
tech. | materials test facility | εγκατάσταση δοκιμής υλικών |
mech.eng., el. | mechanical back-to-back test | δοκιμή μηχανικά συνδεδεμένων μηχανών |
industr. | mechanical strength test | δοκιμή μηχανικής αντοχής |
met. | mechanical test | μηχανική δοκιμή |
med. | medical intoxication test | τέστ μέθης |
gen. | Methods of test for linseed oil and similar materials | Μέθοδοι δοκιμών λινελαίου και παρεμφερών υλικών |
health., agric., anim.husb. | microscopic agglutination test | δοκιμή μικροσκοπικής συγκόλλησης |
health., chem. | microscopic agglutination test | μικροσκοπική δοκιμή συγκόλλησης |
gen. | microscopic agglutination test | μικροσκοπική δοκιμασία συγκόλλησης |
met. | microscopic test | μικροσκοπική δοκιμασία |
chem. | modified AFNOR T 90-302 test | τροποποιημένη δοκιμασία AFNOR T 90-302 |
stat., scient. | Moran's test statistic | έλεγχος του Moran |
stat. | Moran's test statistic | ελεγχοσυνάρτηση Moran |
med., life.sc. | mouse coat color spot test | δοκιμασία κηλίδας σε ποντικό |
med., life.sc. | mouse coat color spot test | δοκιμασία κηλίδας σε επίμυες |
med., life.sc. | mouse spot test | δοκιμασία κηλίδας σε ποντικό |
industr., construct. | mycological test | μυκητολογική δοκιμή |
med. | NBT test | δοκιμασία ΝΒΤ |
med. | NBT test | αντίδραση νιτροκυανοτετραβενζολίου |
med. | NBT test | δοκιμασία νιτροκυανοτετραβενζολίου |
stat. | Neyman's ψ² test | τετραγωνική δοκιμή του Neyman |
med. | nitroblue tetrazolium test | αντίδραση νιτροκυανοτετραβενζολίου |
med. | nitroblue tetrazolium test | δοκιμασία ΝΒΤ |
med. | nitroblue tetrazolium test | δοκιμασία νιτροκυανοτετραβενζολίου |
stat., scient. | Noether's test for cyclical trend | έλεγχος της Noether για κυκλική τάση |
stat. | Noether's test for cyclical trend | έλεγχος για κυκλική τάση του Noether |
mater.sc., industr., construct. | notch bending test | δοκιμή κάμψεως σε αντικείμενο με οδόντωση |
life.sc. | nucleic acid amplification test | μέθοδος που βασίζεται στον πολλαπλασιασμό του γενετικού υλικού |
life.sc. | nucleic acid test | μέθοδος που βασίζεται στον πολλαπλασιασμό του γενετικού υλικού |
med. | Oehlecker biological test | βιολογική δοκιμασία Oehlecker |
med. | ophthalmic test | οφθαλμική δοκιμασία |
industr., construct., chem. | optical deviation test | Mέτρηση οπτικής αποκλίσεως |
tech. | optical distorsion test | δοκιμή οπτικής στρέβλωσης |
nat.sc., transp. | optical distortion test | δοκιμή οπτικής παραμόρφωσης |
stat. | optimal asymptotic test | τοπικά ασυμπτωτικώς πιο ισχυρός έλεγχος |
stat. | optimal asymptotic test | βέλτιστος ασυμπτωτικός έλεγχος |
gen. | Ordinary bending test | Δοκιμασία απλής αναδιπλώσεως |
agric. | organoleptic test | οργανοληπτικός έλεγχος |
agric., tech. | organoleptic test method | μέθοδος οργανοληπτικής δοκιμασίας |
med. | Pap smear test | τεστ Pap |
med. | Pap smear test | τεστ επιχρίσματος Παπανικολάου |
med. | Pap smear test | τεστ Παπ |
med. | Pap smear test | τεστ Παπανικολάου |
med. | Pap test | τεστ επιχρίσματος Παπανικολάου |
med. | Pap test | τεστ Παπ |
med. | Pap test | τεστ Pap |
med. | Pap test | τεστ Παπανικολάου |
med. | Papanicolaou smear test | τεστ Παπ |
med. | Papanicolaou smear test | τεστ Pap |
med. | Papanicolaou smear test | τεστ επιχρίσματος Παπανικολάου |
med. | Papanicolaou smear test | τεστ Παπανικολάου |
med. | Papanicolaou test | τεστ Pap |
med. | Papanicolaou test | τεστ επιχρίσματος Παπανικολάου |
med. | Papanicolaou test | τεστ Παπ |
med. | Papanicolaou test | τεστ Παπανικολάου |
IT, tech. | parallel run test | τεστ παράλληλης εκτέλεσης |
med. | parametric test | παραμετρικός έλεγχος |
econ. | passport fees,driving test and licence fees | παράβολα διαβατηρίων,παράβολα εξετάσεων και αδειών οδήγησης |
health. | periodic hearing test | περιοδικός έλεγχος ακοής |
IT, el. | periodic start of the preventive test programmes | περιοδική ενεργοποίηση των προγραμμάτων προληπτικών δοκιμών |
IT, el. | periodic start of the preventive test programs | περιοδική ενεργοποίηση των προγραμμάτων προληπτικών δοκιμών |
med. | phenotypic test | φαινοτυπική δοκιμασία |
met. | physical test | φυσική δοκιμή |
pharma. | pre-clinical test | προκλινική μελέτη |
pharma. | preclinical test | προκλινική μελέτη |
med. | prenatal test | προγεννητική δοκιμασία |
met. | prismatic test piece | πρισματικό δοκίμιο |
med. | to prove their family relationship through a DNA test | αποδεικνύω την οικογενειακή μου συγγένεια μέσω ενός τεστ DNA |
tech. | pseudodynamic test method | μέθοδος ψευδοδυναμικής δοκιμής |
construct. | pseudo-dynamic test on model | ψευδοδυναμική δοκιμή σε μοντέλο |
econ. | psychometric test | ψυχομετρικό τεστ |
med. | psychometric test | ψυχομετρική δοκιμασία |
earth.sc. | quasidynamic test method | οιωνεί δυναμική μέθοδος δοκιμών |
med. | Queckenstedt test | σημείο Queckenstedt |
med. | quellung test | ταχεία μέθοδος διαγνώσεως πνευμονόκοκκων |
med. | quellung test | αντίδραση Neufeld |
med. | radioallergosorbent test | ραδιοαλλεργοπροσροφητική δοκιμασία |
med. | radioallergosorbent test | ραδιοανοσιακή μέθοδος στερεάς φάσης |
gen. | radiographic test of metals | ακτινογραφική εξέτασημετάλλων |
med., life.sc. | range finding test | δοκιμασία προσδιορισμού περιοχής συγκεντρώσεων |
med., life.sc. | range finding test | δοκιμασία προσδιορισμού σειράς |
med., life.sc. | range finding test | δοκιμασία προσδιορισμού περιοχής |
med. | rapid plasma reagin test | ταχεία δοκιμασία αντιδρασίνης πλάσματος |
med. | repeated dose 90-day toxicity test | μελέτη τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων 90 ημερών |
med. | repeated dose 90-day toxicity test | μελέτη τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων από του στόματος 90 ημερών |
transp., avia. | robotic test | ρομποτική δοκιμή |
med. | RPR test | ταχεία δοκιμασία αντιδρασίνης πλάσματος |
industr., construct., chem. | rubbing test | Δοκιμή τριβής |
med. | Schilling test | δοκιμασία Schilling |
health. | screening audiometric test | ακοομετρικός έλεγχος κατωφλίου αερόφερτου καθαρού τόνου |
health. | screening audiometric test | ακοομέτρηση απλού τόνου |
life.sc. | seismic qualification test | δοκιμασία σεισμικής ικανότητας |
stat. | sequential T² test | διαδοχικό T² δοκιμή |
med. | serological screening test | ορολογική διαγνωστική δοκιμασία διαλογής |
med. | serological test | ορολογική εξέταση |
med. | serological test | ορολογική δοκιμασία |
med. | serological test | ορολογικό τεστ |
med. | shadow test | σκιασκοπία |
med. | shadow test | κοραιοσκοπία |
life.sc. | shaking test | δοκιμή δόνησης |
life.sc. | shaking test | δοκιμή αναταραχής |
construct. | shaking test | δοκιμή δονήσεως |
met. | shearing test | δοκιμή ψαλιδίσματος |
met. | shearing test | δοκιμή κοπτικότητας |
met. | shearing test | δοκιμή διάτμησης |
stat. | Sherman's test statistic | στατιστικός έλεγχος του Sherman |
stat. | Sherman's test statistic | στατιστικό αποτέλεσμα της δοκιμής Sherman |
health. | simplified audiometric test | ακοομέτρηση απλού τόνου |
health. | simplified audiometric test | ακοομετρικός έλεγχος κατωφλίου αερόφερτου καθαρού τόνου |
med. | sister chromatid exchange test | τεστ ανταλλαγής αδελφών χρωματιδίων |
med. | sister chromatid exchange test | δοκιμασία SCE |
med. | sister chromatid exchange test | τεστ SCE |
med. | sister chromatid exchange test | δοκιμασία ανταλλαγής αδελφών χρωματιδίων |
med. | skin test | δερματολογικό τεστ |
med. | smear test | τεστ Παπ |
med. | smear test | τεστ Pap |
med. | smear test | τεστ επιχρίσματος Παπανικολάου |
med. | smear test | τεστ Παπανικολάου |
social.sc. | sociometric test | κοινωνιομετρικό τεστ |
stat. | statistical test | στατιστική ανάλυση |
tech., el. | sweep test | δοκιμή σάρωσης |
stat. | symmetrical test | συμμετρικός έλεγχος |
mater.sc., industr., construct. | T-50 test | δοκιμή T-50 |
met. | tensile and bending re-test | επαναληπτική δοκιμή εφελκυσμού και κάμψης |
gen. | test at steady speeds | έλεγχος με σταθερές ταχύτητες |
tech., el. | test call of type 1 | δοκιμαστική κλήση τύπου 1 |
med. | test cross | επαναδιασταύρωση |
med. | test cross | διασταύρωση ελέγχου |
IT | test design | σχεδιασμός δοκιμής |
med. | test diet | δοκιμαστικό γεύμα |
el. | test equipment communication interface-1 board | πλακέτα TECI-1 |
el. | test equipment communication interface-1 board | πλακέτα διεπαφής επικοινωνίας εξοπλισμού δοκιμής |
med. | test feeding | δοκιμασία του αντανακλαστικού του θηλασμού |
math. | test for sphericity | έλεγχος Mauchly |
met. | test in a 25 cm Epstein square | δοκιμή με πλαίσιο Epstein 25 cm |
el. | test lead | αγωγός δοκιμής |
med. | test meal | δοκιμαστικό γεύμα |
med. | test of physical condition | δοκιμασία φυσιολογικής καταστάσεως |
med. | test of pneumonic function | δοκιμασία της αναπνευστικής λειτουργίας |
environ. | test organism | οργανισμός δοκιμασίας (Any animal organism used for scientific research) |
met. | test piece with at least one rolling skin | δοκίμιο με μία τουλάχιστο επιφάνεια έλασης |
transp. | test plant using hydraulic turbine | πάγκος δοκιμών με πέδη FROUDE |
transp. | test plant using hydraulic turbine | τράπεζα δοκιμών με πέδη FROUDE |
transp. | test plant using hydraulic turbine | τράπεζα δοκιμών με υδραυλική αντίσταση |
chem. | test run | δοκιμαστική λειτουργία |
mech.eng. | test run-up | δοκιμή κινητήρα στο έδαφος |
med. | test SCE | τεστ SCE |
med. | test SCE | τεστ ανταλλαγής αδελφών χρωματιδίων |
med. | test SCE | δοκιμασία SCE |
med. | test SCE | δοκιμασία ανταλλαγής αδελφών χρωματιδίων |
stat. | test statistic | στατιστική συνάρτηση ελέγχου |
stat. | test statistic | ελεγχοσυνάρτηση |
med. | test substance emulsifiable in organic solvents | δοκιμαζόμενη ουσία που γαλακτωματοποιείται σε οργανικούς διαλύτες |
met. | test surface area | έκταση επιφάνειας δοκιμής |
med. | test tube baby | βρέφος δοκιμαστικού σωλήνα |
econ. | test tube fertilisation | γονιμοποίηση in vitro |
mater.sc. | test under tropical conditions | δοκιμασία σε τροπικές συνθήκες |
med. | test with nasogastric intubation | δοκιμασία με γαστρική διασωλήνωση |
law, insur., commun. | tests/testing | έλεγχος' επιτήρηση |
med. | thematic apperception test | δοκιμασία της θεματικής αντίληψης |
med. | thermic test | θερμική δοκιμασία |
med. | thermic test | θερμογόνος δοκιμασία |
astronaut., transp. | thoracic and knee impact test | Δοκιμή πρόσκρουσης θώρακα και γονάτου |
industr., construct., chem. | three-point bending test | `Eλεγχος κάμψης τριών σημείων |
el. | TL102 test line | γραμμή δοκιμής TL102 |
el. | TL1009 test line | γραμμή δοκιμής TL1009 |
el. | TL1006 test line | γραμμή δοκιμής TL1006 |
industr., construct., chem. | toxic metal release test | Δοκιμή αποτοξίνωσης |
environ. | toxicity test with periodic renewal | δοκιμή τοξικότηταツ με περιοδική ανανέωση |
med. | toxicological-pharmacological test | φαρμακο-τοξικολογική δοκιμή |
pharma., construct. | trichinoscopic test | τριχινοσκόπηση |
stat. | T-square test | Τ-τεστ |
math. | T-square test | Τ-τετράγωνο έλεγχος |
health. | T4/T8 lymphocyte count test | εξέταση αρίθμησης λεμφοκυττάρων Τ4/Τ8 |
IT | Turing test | δοκιμή Τούρινγκ |
met. | ultrasonic test | έλεγχος με υπερήχους |
med. | umbilical vessel test | δοκιμασία διαβατότητας των ομφαλικών αγγείων |
stat. | U2N test | έλεγχος UΝ |
stat. | UN² test | έλεγχος UN² |
met. | uninterrupted creep test | μη διακεκομμένη δοκιμή ερπυσμού |
med. | van den Bergh test | δοκιμασία van den Bergh |
health. | virological test | ιολογική δοκιμασία |
health. | virological test | επιδημιολογική εξέταση |
transp., avia. | visual ground segment test | οπτική δοκιμή τμήματος εδάφους |
commun. | volume centre of a test sample | κέντρο όγκου ενός υπό δοκιμή δείγματος |
stat. | Wald-Wolfowitz runs test | έλεγχος ροών Wald-Wolfowitz |
stat. | Wald-Wolfowitz runs test | έλεγχος ροών των Wald-Wolfowitz |
mater.sc., met. | warm creep test | δοκιμή ερπυσμού εν θερμώ |
stat. | Watson's U2N test | έλεγχος UΝ του Watson |
stat. | Watson's UN² test I | UN² έλεγχος l των Watson |
math. | Watson's UNup 2 test I | UN² έλεγχος l των Watson |
stat. | Watson's UN² test II | UN² έλεγχος ll των Watson |
math. | Watson's UNup 2 test II | UN² έλεγχος ll των Watson |
mech.eng., el. | waveform test | δοκιμή καταγραφής κυματομορφής |
med. | Weber test | δοκιμασία Weber |
med. | Weber test for hearing | δοκιμασία Weber |
med. | Weil-Felix test | δοκιμασία Weil-Felix |
med. | Weil-Felix test | αντίδραση Weil-Felix |
med. | Wiener biological test | βιολογική δοκιμασία Wiener |
industr., construct., chem. | wind load test | Δοκιμή αντίστασης αέρα |
industr., construct., chem. | wind pressure test | Δοκιμή αντίστασης αέρα |
tech. | wind tunnel test | δοκιμή σε αεροδυναμική σήραγγα |
stat. | Wn² test | ωμέγα τετράγωνο έλεγχος |
stat. | Wn² test | έλεγχος Wn² |
stat. | Wn² test | έλεγχος Cramér-von Mises |
met. | wrapping test | δοκιμασία τυλίξεως |