DictionaryForumContacts

Terms containing observe | all forms | exact matches only
SubjectEnglishGreek
lawdeclare the application admissible notwithstanding the failure to observe the formal requirementsκρίνω την προσφυγή παραδεκτή ενόψει των τυπικών προϋποθέσεων
lawdeclare the application admissible notwithstanding the failure to observe the formal requirementsπροσφυγή παραδεκτή ενόψει των τυπικών προϋποθέσεων
lawfailure to observe due processμη τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων
fin.failure to observe formalities prescribed by the Financial Regulationμη τήρηση των τύπων που υπαγορεύονται από τον δημοσιονομικό κανονισμό
lawfailure to observe time-limits for paymentμη τήρηση των προθεσμιών καταβολής
lawto have manifestly failed to observe the provisions of the Treaty or any rule of law relating to its applicationαγνόησε κατά έκδηλο τρόπο τις διατάξεις της Συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή της
life.sc.largely observedευρέως αισθητός
lawloss of rights for failing to observe a time-limitακυρότητα
lawloss of security for failure to observe a time limitκατάπτωση ασφάλειας λόγω μη τηρήσεως προθεσμίας
chem.lowest observed adverse effect concentrationκατώτατη συγκέντρωση στην οποία παρατηρούνται δυσμενείς επιπτώσεις
chem.lowest observed adverse effect levelκατώτατο επίπεδο στο οποίο παρατηρούνται δυσμενείς επιπτώσεις
gen.lowest observed adverse effect levelεπίπεδο στο οποίο παρατηρούνται οι μικρότερες δυσμενείς επιπτώσεις
health.lowest-observed-adverse-effect levelκατώτερο επίπεδο στο οποίο παρατηρούνται επιπτώσεις
health.lowest-observed-adverse-effect levelχαμηλότερο επίπεδο παρατήρησης επιβλαβούς επίπτωσης
health.lowest-observed-adverse-effect levelεπίπεδο στο οποίο παρατηρούνται οι μικρότερες επιπτώσεις
health., environ., anim.husb.Lowest Observed Effect Concentrationεπίπεδο συγκέντρωσης στην οποία παρατηρούνται οι μικρότερες επιπτώσεις
health.lowest observed effect concentrationσυγκέντρωση στην οποία παρατηρείται επίδραση
chem.lowest observed effect concentrationκατώτατη συγκέντρωση στην οποία παρατηρούνται επιπτώσεις
health.lowest-observed-effect level concentrationεπίπεδο/συγκέντρωση όπου παρατηρούνται οι μικρότερες επιπτώσεις
health.lowest-observed-effect level concentrationχαμηλότερο/επίπεδο/συγκέντρωση παρατήρησης επιπτώσεων
health., environ., anim.husb.lowest observed effect levelελάχιστο επίπεδο παρατηρήσιμου αποτελέσματος
chem.lowest observed effect levelκατώτατο επίπεδο στο οποίο παρατηρούνται επιπτώσεις
commun.lowest observed frequencyελάχιστη παρατηρηθείσα συχνότητα
life.sc., el.maximum observed frequencyμέγιστη παρατηρηθείσα συχνότητα
chem.no observed adverse effect concentrationσυγκέντρωση στην οποία δεν παρατηρούνται δυσμενείς επιπτώσεις
chem.no observed adverse effect levelεπίπεδο μη παρατήρησης δυσμενών επιδράσεων
health.no-observed-adverse-effect levelεπίπεδο όπου δεν παρατηρούνται δυσμενείς επιδράσεις
environ., chem.no observed effect concentrationσυγκέντρωση μη παρατηρούμενου αποτελέσματος
environ., chem.no observed effect concentrationσυγκέντρωση μη παρατηρούμενης επίδρασης
environ.no observed effect concentrationσυγκέντρωση στην οποία δεν παρατηρείται καμία επίπτωση
health., chem.no observed effect levelμηδαμινό επίπεδο παρατηρηθέντος αποτελέσματος
health.no-observed-effect level concentrationεπίπεδο/συγκέντρωσης άνευ παρατηρούμενων επιπτώσεων
health., environ., food.ind.no observed effect levelεπίπεδο όπου δεν παρατηρείται καμμία επίδραση
health.no-observed-effect level concentrationεπίπεδο/συγκέντρωση όπου δεν παρατηρούνται επιπτώσεις
health., chem.no observed effect levelεπίπεδο όπου δεν παρατηρούνται δυσμενείς επιδράσεις
pharma., environ.No-observed-effect levelΔΧΠΠ δοσολογία χωρίς παρατηρούμενες παρενέργειες
chem.no observed effect levelεπίπεδο στο οποίο δεν παρατηρούνται επιδράσεις
econ., fin., stat.non-observed economyμη παρατηρούμενη οικονομία
transp.to observe a regulation stopπροβλέπω στάθμευση
lawto observe a time limit vis-à-vis the Officeτηρώ μια προθεσμία έναντι του Γραφείου
gen.observe opticallyοπτική παρατήρηση
commun., ITobserve terminal statusπαρακολούθηση της κατάστασης του τερματικού
stat.observed at randomπαρατηρηθείς τυχαία
stat., social.sc.observed deathσημειωθείς θάνατος
stat., social.sc.observed deathπαρατηρηθείς θάνατος
tech., chem.observed densityμετρουμένη πυκνότητα
stat.observed information matrixπαρατηρηρούμενος πληροφοριακός πίνακας
stat., tech.observed maintainabilityπαρατηρούμενη συντηρησιμότητα
stat., tech.observed mean lifeπαρατηρούμενη μέση διάρκεια ζωής
stat., tech.observed Q-percentile lifeπαρατηρούμενο ποσοστό Q-τάξεως,διάρκεια ζωής
agric., polit.observed reference priceδιαπιστωθείσα τιμή αναφοράς
stat., tech.observed reliabilityπαρατηρούμενη αξιοπιστία
stat., lab.law.observed riskκίνδυνος προβλεπόμενος με παρατηρήσεις
stat.organise statistical work at appropriate administrative levels and duly observe the need for statistical confidentialityτα συμβαλλόμενα μέρη οργανώνουν τις στατιστικές εργασίες σε κατάλληλο διοικητικό επίπεδο και λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον κατ'ανάγκη εμπιστευτικό χαρακτήρα των στατιστικών
agric.vessel observedπαρατηρούμενο σκάφος

Get short URL