DictionaryForumContacts

Terms containing finite | all forms | exact matches only
SubjectEnglishGreek
commun.activation/deactivation layer 1 finite state matrix tableπίνακας μήτρας πεπερασμένων καταστάσεων
commun.activation/deactivation layer 1 finite state matrix tableενεργοποίηση/ απενεργοποίηση Στρώματος 1
stat.calculus of finite differencesλογισμός των πεπερασμένων διαφορών
earth.sc.effect of finite Larmor radiiφαινόμενο πεπερασμένων ακτίνων του Larmor
met.fatigue strength for finite lifeαντοχή σε κόπωση για Ν περιόδους
stat., scient.finite arc sine distributionκατανομή πεπερασμένου τόξου
stat.finite arc sine distributionπεπερασμένη διανομή ημιτόνου τόξων
gen.finite deterrenceπεριορισμένη αποτροπή
scient.finite-difference methodμέθοδος πεπερασμένων διαφορών
scient.finite element modelμοντέλο πεπερασμένων στοιχείων
el.finite heat conductivity instabilityαστάθεια πεπερασμένης θερμικής αγωγιμότητας
el.finite impulse responseαπόκριση πεπερασμένου παλμού
stat., scient.finite Markov chainπεπερασμένη αλυσίδα Markov
math.finite Markov chainπαπερασμένη αλυσίδα Markov
math.finite multiplierπεπερασμένη διόρθωση πληθυσμών
math.finite multiplierπεπερασμένη διόρθωση δειγματοληψίας
stat., scient.finite multiplierπολλαπλασιαστής πεπερασμένου πληθυσμού
math.finite multiplierπεπερασμένος πολλαπλασιαστής
ITfinite numberπεπερασμένος αριθμός
earth.sc.finite orbit instabilityαστάθεια της ακτίνας Larmor
earth.sc.finite orbit instabilityαστάθεια πεπερασμένης τροχιάς
math.finite populationπεπερασμένος πληθυσμός
math.finite population correctionπεπερασμένη διόρθωση πληθυσμών
math.finite population correctionπεπερασμένος πολλαπλασιαστής
math.finite population correctionπεπερασμένη διόρθωση δειγματοληψίας
chem.finite rate chemical reactionχημική αντίδραση με πεπερασμένη ταχύτητα
fin., insur.finite reinsuranceαντασφάλιση πεπερασμένου κινδύνου
fin., insur.finite risk reinsuranceαντασφάλιση πεπερασμένου κινδύνου
stat.finite sample breakdown pointσημείο κατάρρευσης πεπερασμένου δείγματος
stat.finite sampling correctionπεπερασμένη διόρθωση δειγματοληψίας
stat., scient.finite sampling correctionδιόρθωση πεπερασμένου πληθυσμού
stat.finite sampling correctionπεπερασμένος πολλαπλασιαστής
math.finite sampling correctionπεπερασμένη διόρθωση πληθυσμών
ITfinite state machineμηχανή πεπερασμένων καταστάσεων
commun., ITfinite state transition diagramπεπερασμένο διάγραμμα μεταβάσεων
earth.sc., mech.eng.theoretical head with finite number of bladesτο θεωρητικό υδροστατικό ύψος που μπορεί να παραχθεί από μιά αντλία με πεπερασμένο αριθμό πτε στον ωθητή,το πραγματικό θεωρητικό υδροστατικό ύψος
el.wave with a finite beamκύμα πεπερασμένης δέσμης

Get short URL