Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Terms containing
exploder
|
all forms
|
exact matches only
Subject
English
Greek
coal.
capacity of an
exploder
ισχύς μηχανής πυροδότησης
coal.
dry battery type
exploder
μηχανή πυροδότησης με κύκλωμα σκληρών στηλών
coal.
dynamo
exploder
δυναμοηλεκτρική μηχανή πυροδότησης
coal., el.
exploder
key
στρόφαλος μηχανής πυροδότησης
agric.
gas
exploder
κανόνι εκφοβισμού
coal.
magneto generator
exploder
ηλεκτομαγνητική μηχανή πυροδότησης
coal.
multi-shot
exploder
εκρηκτήρας πολλαπλών πυροδοτήσεων
coal.
shotfiring is effected by means of an
exploder
η ανατίναξις επιτυγχάνεται τη βοηθεία ενός εκρηκτήρος
coal.
single-shot
exploder
εκρηκτήρας απλής πυροδότησης
Get short URL