Subject | English | Greek |
el. | adaptive group delay equalization | προσαρμοστική εξισορρόπιση καθυστέρησης ομάδας |
IT | additional equalization | πρόσθετη εξισορρόπηση |
gen. | additional equalization payment | πρόσθετα εξισωτικά ποσά |
commun., IT | amplitude-frequency equalization | εξισορρόπηση πλάτους-συχνότητας |
IT, el. | attenuation equalization | ισοστάθμιση εξασθένησης |
IT, el. | attenuation equalization | εξίσωση εξασθένησης |
el. | automatic equalization | αυτόματη εξισορρόπηση |
el. | automatic equalization | αυτόματη ισοστάθμιση |
law, fin. | average equalization rate | μέσος συντελεστής προς συμψηφισμό |
gen. | ceiling of the equalization levy | ανώτατο όριο της εξισωτικής εισφοράς |
insur. | claims equalization reserve | απόθεμα για την αντιμετώπιση ζημιών |
el. | diameter equalization | αντιστάθμιση διαμέτρου |
market. | dividend equalization reserve | αποθεματικό για πληρωμή μερισμάτων |
fin. | equalization fund | κεφάλαιο σταθεροποίησης |
fin. | equalization fund | εξισωτικό κεφάλαιο |
stat., fin. | equalization levy | αντισταθμιστική εισφορά |
stat., fin. | equalization levy | εξισωτική εισφορά |
transp. | equalization measure | μέτρο επαναφοράς |
transp. | equalization measure | μέτρο εξισορρόπησης |
fin. | equalization of burdens | εξίσωση των επιβαρύνσεων |
stat., fin. | equalization of burdens bank | Tράπεζα εξισώσεως των επιβαρύνσεων |
stat., fin. | equalization of burdens fund | Tαμείο εξισώσεως των επιβαρύνσεων |
earth.sc. | equalization of load | εξισορρόπηση φορτίου |
econ., stat. | equalization of prices | εξίσωση των τιμών |
transp. | equalization of rates and fares | εξίσωση των τιμολογίων |
market. | equalization payment | αντισταθμιστική タληρωμή |
el. | equalization pulse | εξισωτικός παλμός |
IT | equalization range | περιοχή εξισορρόπησης |
fin., insur. | equalization reserve | αποθεματικό εξισορρόπησης |
gen. | equalization scheme | μηχανισμός ίσης κατανομής |
fin. | equalization system | μέθοδος εξίσωσης |
stat., fin. | equalization tax | εξισωτικός φόρος |
fin. | equalization transfers | εξισωτικές μεταφορές πληρωμών |
stat., fin. | exchange equalization account | Ταμείο συναλλαγματικής σταθεροποιήσεως |
fin. | Exchange Equalization Account | Λογαριασμός Συναλλαγματικής Eξίσωσης |
insur., social.sc. | family equalization fund | Ταμείο οικογενειακών επιδομάτων |
el. | group delay equalization | εξίσωση χρόνου καθυστέρησης πρωτο-ομάδας |
stat., commun. | histogram equalization | ομοιομορφοποίηση ιστογράμματος συχνοτήτων |
fin. | interest equalization tax | φόρος εξίσωσης επιτοκίων |
el. | intersymbol interference equalization | εξίσωση παρεμβολής μεταξύ συμβόλων |
IT, el. | line distortion equalization | εξίσωση παραμόρφωσης γραμμής |
el. | modulation delay equalization | εξισορρόπηση καθυστέρησης διαμόρφωσης |
gen. | national equalization arrangements | εθνικά ταμεία ή μηχανισμοί αντισταθμίσεως |
el. | phase equalization | εξίσωση φάσεων |
transp. | port equalization | εξίσωση λιμένων |
el. | post-equalization | αποέμφαση |
el. | pre-equalization | προέμφαση |
fin., tax. | tax equalization agreement | συμφωνία εξίσωσης φόρων |
fin., tax. | tax equalization agreement | συμφωνία εξομοίωσης φόρων |
el. | time equalization | εξίσωση χρόνου |
el. | transmission delay equalization | εξισορρόπηση καθυστέρησης μετάδοσης |
econ., market. | wage equalization mechanism | μηχανισμός εξίσωσης ημερομισθίων |