Subject | English | Greek |
met. | apparent limit of elasticity | όριο διαρροής |
met. | apparent limit of elasticity | σημείο διαρροής |
met. | coefficient of elasticity | συντελεστής Young |
met. | coefficient of elasticity | συντελεστής ελαστικότητας |
met. | conventional limit of elasticity 0.2 | τεχνικό όριο διαρροής |
met. | conventional limit of elasticity 0.2 | συμβατικό όριο ελαστικότητας |
met. | conventional limit of elasticity 0.2 | συμβατικό όριο |
tech., met. | conventional limit of elasticity | συμβατικό όριο διαρροής |
econ., commer., polit. | cross elasticity | σταυρωτή ελαστικότητα |
earth.sc., met. | elasticity equation | εξίσωση ελαστικότητας |
med. | elasticity high blood pressure | υπέρταση από απώλεια της ελαστικότητας των αρτηριών |
med. | elasticity high pressure | υπέρταση από απώλεια της ελαστικότητας των αρτηριών |
earth.sc. | elasticity meter | ελαστόμετρο |
earth.sc. | elasticity meter | ελαστικόμετρο |
econ. | elasticity of demand | ελαστικότητα ζήτησης |
fin. | elasticity of expectations | ελαστικότητα προσδοκιών |
gen. | elasticity of forecasting | ελαστικότητα πρόβλεψης |
econ. | elasticity of price | ελαστικότητα τιμής |
fin. | elasticity of supply | ελαστικότητα προσφοράς |
earth.sc., transp. | elasticity of the ballast | ελαστικότητα του έρματος |
industr., construct. | elasticity of the fibre | ελαστικότητα της ίνας |
earth.sc., transp. | elasticity of the line | ελαστικότητα της γραμμής |
med. | Fritz elasticity index | δείκτης του Fritz |
med. | Fritz elasticity index | δείκτης ελαστικότητος του Fritz |
econ., stat. | income elasticity | ελαστικότητα των εισοδημάτων |
fin. | interest elasticity | ελαστικότητα στις μεταβολές του επιτοκίου |
econ., fin. | inverse elasticity of demand | αντίστροφη ελαστικότητα της ζήτησης |
met. | limit of elasticity | όριο διαρροής υψηλής θερμοκρασίας |
met. | limit of elasticity | όριο ελαστικότητας |
earth.sc., construct. | linear elasticity | γραμμική ελαστικότητα |
transp. | modulus of elasticity | μέτρο ελαστικότητας |
met. | modulus of elasticity | συντελεστής Young |
met. | modulus of elasticity | συντελεστής ελαστικότητας |
phys.sc. | modulus of elasticity | όριο ελαστικότητας |
earth.sc., el. | potential energy of elasticity | ελαστική ενέργεια |
econ., fin. | price elasticity | ελαστικότητα των τιμών |
econ., fin. | price elasticity | ελαστικότητα τιμής |
market. | price elasticity of supply | ελαστικότητα προσφοράς ως προς την τιμή |
econ. | price elasticity of the demand | ελαστικότητα της ζήτησης ως προς την τιμή |
el. | reduced elasticity due to stranding | μείωση ελαστικότητας από τη συρματοποίηση |
el. | reduced elasticity due to stranding | απώλεια ελαστικότητας από τη συρματοποίηση |
earth.sc. | reduced modulus of elasticity | μειωμένος συντελεστής ελαστικότητας |
earth.sc., tech. | reserve of general elasticity | απόθεμα συνολικής ελαστικότητας |
industr., construct., chem. | rubberlike elasticity | ελαστικότητα καουτσούκ |
met. | stress at the apparent limit of elasticity | τάση ορίου διαρροής |
met. | the conventional limit of elasticity | συμβατικό όριο |
met. | the conventional limit of elasticity | συμβατικό όριο ελαστικότητας |
met. | the conventional limit of elasticity | τεχνικό όριο διαρροής |
fin. | unit elasticity | μοναδιαία ελαστικότητα |
fin. | unit elasticity | ελαστικότητα ίση με τη μονάδα |
fin. | unitary elasticity | ελαστικότητα ίση με τη μονάδα |
fin. | unitary elasticity | μοναδιαία ελαστικότητα |
met. | upper limit of elasticity | άνω όριο ελαστικότητας |
met. | upper limit of elasticity | άνω όριο διαρροής |
met. | zero-point elasticity modulus | μέτρο ελαστικότητας στην αρχή των αξόνων |