gen. | twisting or throwing, cabling and texturising whether or not combined with other processing work of yarns | στρίψιμο ή στρίψιμο μεταξωτών νημάτων, αναστρίψιμο, ή κορδόνωση και ύφανση έστω και σε συνδυασμό με άλλες επεξεργασίες τελειοποίησης νημάτων |