Subject | English | Greek |
IT, dat.proc. | automate network | σύνολο μονάδων επεξεργασίας |
IT, dat.proc. | automate network | δίκτυο αυτομάτων |
comp., MS | automated activity | αυτοματοποιημένη δραστηριότητα (An activity that is automatically completed by Service Manager) |
ed., IT | automated assessment | αυτόματη εκτίμηση |
commun. | automated banking | αυτοματοποιημένη τραπεζική εργασία |
immigr. | automated border control | αυτοματοποιημένος συνοριακός έλεγχος |
immigr. | Automated Border Control system | αυτοματοποιημένος συνοριακός έλεγχος |
immigr. | automated border gate | αυτόματη θύρα |
commun. | automated calling system | αυτοματοποιημένο σύστημα κλήσεως |
commun. | automated calling system without human intervention | συσκευή αυτόµατων κλήσεων |
commun. | automated calling system without human intervention | αυτόματη συσκευή κλήσεων ; αυτόματα συστήματα κλήσης χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση |
commun. | automated calling system without human intervention | αυτόµατο σύστηµα κλήσης χωρίς ανθρώπινη παρέµβαση |
polit., IT | Automated Central Documentation Service | Αυτοματοποιημένη Κεντρική Υπηρεσία Τεκμηρίωσης |
fin., commun., IT | automated clearing house | αυτοματοποιημένο γραφείο συμψηφισμών; αυτοματοποιημένο γραφείο συμψηφισμού |
fin. | automated clearing house | αυτοματοποιημένο γραφείο συμψηφισμού |
fin. | automated clearing house | γραφείο αυτοματοποιημένου συμψηφισμού |
fin. | Automated Clearing Houses | αυτοματοποιημένο σύστημα συμψηφισμού |
fin. | Automated Clearing Houses | αλληλένδετα συστήματα συμψηφισμού |
IT | automated data base management | αυτόματη διαχείριση βάσης δεδομένων |
IT | automated data file | αυτόματο αρχείο |
gen. | automated data file | αυτοματοποιημένο αρχείο |
el. | automated data link | αυτόματη ζεύξη μεταβίβασης δεδομένων |
IT | automated delivery by robotic devices | αυτόματη τροφοδοσία με ρομποτικά συστήματα |
IT | automated design tool | εργαλείο αυτόματου σχεδιασμού |
IT, el. | automated factories | ρομποτική |
IT, mech.eng. | automated factory | εργοστάσιο χωρίς προσωπικό |
IT, mech.eng. | automated factory | εργοστάσιο του μέλλοντος |
IT, mech.eng. | automated factory | αυτοματοποιημένο εργοστάσιο |
IT | automated filing system | ηλεκτρονικό αρχείο; τήρηση βιβλίων με υπολογιστή |
commun. | automated frequency assignment data base | αυτόματη βάση δεδομένων για εκχώρηση συχνοτήτων |
chem. | automated gas chromatograph | αυτόματος χρωματογράφος σε αεριώδη φάση |
immigr. | automated gate | αυτόματη θύρα |
IT, transp. | automated guideway transit | σιδηρόδρομος αυτομάτων βαγονίων |
IT, transp. | automated guideway transportation | σιδηρόδρομος αυτομάτων βαγονίων |
IT | automated information extraction | αυτόματη άντληση πληροφοριών |
chem., el. | automated key-stop truck loading | συσκευή φόρτωσης βυτιοφόρων με αυτόματη διακοπή |
IT | automated logic diagram | αυτοματοποιημένο λογικό διάγραμμα |
gen. | Automated logic diagram | Αυτοματοποιημένο λογικό διάγραμμα |
IT | automated logical inference | αυτοματοποιημένη λογική συναγωγή συμπερασμάτων |
IT, tech. | automated management | Μάνατζμεντ με την βοήθεια υπολογιστή |
med. | automated mapping equipment | αυτοματοποιημένος εξοπλισμός χαρτογράφησης |
IT | automated office | γραφείο του μέλλοντος |
IT | automated office | αυτοματοποιημένο γραφείο |
med. | automated percutaneous discectomy | αυτόματη διαδερμική οσφυική πυρηνοτομή |
med. | automated percutaneous lumbar discectomy | αυτόματη διαδερμική οσφυική πυρηνοτομή |
med. | automated peritoneal dialysis | αυτόματη περιτοναϊκή διάλυση |
commun. | automated post office | αυτοματοποιημένο ταχυδρομικό κατάστημα |
gen. | automated processing systems | αυτoματoπoιημέvα συστήματα επεξεργασίας |
IT | automated production management | Αυτοματοποιημένη διοίκηση παραγωγής |
commun. | automated program emission | αυτόματη εκπομπή προγραμμάτων |
commun. | automated programme emission | αυτόματη εκπομπή προγραμμάτων |
med. | automated prometaphase chromosome analysis | αυτόματη ανάλυση προμεταφασικών χρωμοσωμάτων |
fin. | automated quotation | αυτόματη συνεχής καταχώρηση |
el. | automated receiver/decoder | αυτόματος δέκτης/αποκωδικοποιητής |
gen. | automated, remote controlled neutron-gamma system | αυτοματοποιημένο τηλεχειριζόμενο σύστημα νετρονίων και ακτίνων γ |
IT | automated retrieval of texts | αυτόματη ανάκτηση των εγγράφων |
crim.law., comp. | Automated Search Facility | σύστημα αυτόματης έρευνας |
immigr. | automated search procedure | αυτοματοποιημένη διαδικασία αναζητήσεως |
crim.law., IT | automated searching | αυτοματοποιημένη αναζήτηση |
econ., fin., tax. | automated security lending programme | πρόγραμμα αυτόματου δανεισμού χρεογράφων |
econ., fin., tax. | automated security lending programme | πρόγραμμα αυτόματου δανεισμού τίτλων |
med. | automated sequencing equipment | αυτοματοποιημένος εξοπλισμός προσδιορισμού της αλληλουχίας |
commun. | automated sorting centre | εκμηχανισμένο κέντρο διαλογής |
IT, social.sc. | automated speech recognition | αυτόματη αναγνώριση ομιλίας |
IT, social.sc. | automated speech recognition | αυτόματη αναγνώριση λόγου |
IT | Automated support for software engineering technology | ASSET-μελέτη σκοπιμότητας |
IT | Automated support for software engineering technology | αυτόματη υποστήριξη για μηχανική τεχνολογία λογισμικού |
fin. | automated system of budgetary and accounting information | αυτοματοποιημένο σύστημα προϋπολογιστικών και λογιστικών πληροφοριών |
comp., MS | Automated System Recovery | Αυτόματη αποκατάσταση συστήματος (A feature that helps you recover a system that will not start) |
comp., MS | Automated System Recovery Preparation Wizard | Οδηγός προετοιμασίας αυτόματης αποκατάστασης συστήματος (A wizard that backs up the partition used by the operating system, but it does not back up other partitions, such as program or data partitions. Those partitions must be backed up using Backup or other standard routines) |
el. | automated television station | αυτόματος τηλεοπτικός σταθμός |
bank. | automated teller machine | αυτόματη ταμειακή μηχανή |
bank. | automated teller machine | αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή |
fin. | automated teller machine | αυτόματη ταμειακή μηχανή' αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή' μηχάνημα αυτόματης συναλλαγής |
gen. | automated teller machine | ΑΤΜ |
commun. | automated terminal for post office counter | αυτοματοποιημένο τερματικό για υπηρεσίες θυρίδας ταχυδρομικού καταστήματος |
comp., MS | automated test | αυτοματοποιημένη δοκιμή (A set of steps that a computer may run programmatically to test the functionality of the system) |
IT | automated test case generator | παραγωγός αυτοματοποιημένης δοκιμής |
IT | automated test case generator | αυτοματοποιημένος παραγωγός δοκιμής |
IT | automated test data generator | παραγωγός αυτοματοποιημένης δοκιμής |
IT | automated test data generator | αυτοματοποιημένος παραγωγός δοκιμής |
IT | automated test generator | αυτοματοποιημένος παραγωγός δοκιμής |
IT | automated test generator | παραγωγός αυτοματοποιημένης δοκιμής |
IT | automated testing | αυτοματοποιημένες δοκιμές |
med. | automated tissue analysis | αυτοματοποιημένη ιστολογική ανάλυση |
gen. | automated transformation of formal specifications into silicon/software | αυτοματοποιημένη μετατροπή τυπικών προδιαγραφών σε πυρίτιο/λογικό |
IT, industr., construct. | automated transport of fabric pieces | αυτόματη μεταφορά τεμαχίων υφάσματος |
transp., nautic. | automated unit load ship | αυτοματοποιημένο πλοίο μεταφοράς μοναδιαίων φορτίων |
transp., nautic. | automated unit-load ship | αυτοματοποιημένο πλοίο μεταφοράς μοναδιαίων φορτίων |
IT | automated verification system | σύστημα αυτόματης επαλήθευσης |
IT | automated verification tool | εργαλείο αυτόματης επαλήθευσης |
gen. | automated waste barrel monitor | αυτοματοποιημένη συσκευή παρακολούθησης βυτίων αποβλήτων |
commun. | automated watch-keeping facility | μέσα αυτόματης επιτήρησης |
IT, lab.law. | automated work | αυτοματοποιημένη εργασία |
transp. | centralised and automated settlement system | κεντρικό και αυτοματοποιημένο σύστημα διακανονισμού |
fin., IT | Clearing House Automated Payment System | Σύστημα Αυτόματης Εκκαθάρισης του Γραφείου Συμψηφισμού |
fin. | European Association of Securities Dealers Automated Quotation | δείκτης Easdaq |
IT | European Commission Library Automated System | σύστημα αυτόματου καταλόγου βιβλιοθήκης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής |
IT | exchanging automated bibliographies | ανταλλαγή αυτοματοποιημένων βιβλιογραφιών |
IT, mech.eng. | flexible automated assembly cell | κύτταρο αυτοματοποιημένης εύκαμπτης συναρμολόγησης |
transp., industr. | fully automated digital engine control | ηλεκτροψηφιακό σύστημα πλήρους ελέγχου κινητήρα |
transp., industr. | fully automated digital engine control | πλήρως αυτόματο ψηφιακό χειριστήριο |
transp., industr. | fully automated digital engine control | απόλυτος ψηφιακός έλεγχος κινητήρα |
transp. | Guided Automated Individual Transportation System | σύστημα αυτομάτως καθοδηγούμενης μεταφοράς ιδιωτικής χρήσης |
med. | high resolution automated microbial identification | αυτόματη μικροβιακή αναγνώριση υψηλής ανάλυσης |
fin. | high volume or "retail" automated payment system | αυτοματοποιημένο σύστημα μαζικώνή "λιανικών"πληρωμών |
el. | highly automated process industry | βιομηχανία με υψηλό βαθμό αυτοματισμού |
IT | machine-tool automated by coded information | εργαλειομηχανή αυτοματοποιημένη με κωδικοποιημένες πληροφορίες |
commun., IT | maritime mobile automated telephone service | αυτόματη ναυτιλιακή κινητή τηλεφωνική υπηρεσία |
gen. | multi-verdor automated manufacturing systems | αυτόματα συστήματα βιομηχανικής παραγωγής από διαφορετικούς προμηθευτές |
IT, construct. | special furniture for data-processing units and automated offices | ειδικά έπιπλα πληροφορικής και μηχανοργάνωσης γραφείου |
el. | tape automated bonding | διαδικασία TAB |
IT | theory of automated manufacture | θεωρία της αυτοματοποιημένης παραγωγής |
econ. | Trans-European Automated Real-time Gross settlement Express Transfer system | Σύστημα TARGET |
gen. | Trans-European Automated Real-Time Gross settlement Express Transfer system | διευρωπαϊκό αυτοματοποιημένο σύστημα ταχείας μεταφοράς κεφαλαίων σε συνεχή χρόνο |