Subject | English | Greek |
gen. | adaptive frame alignment | προσαρμοστική ευθυγράμμιση πλαισίου |
transp., mater.sc. | alignment accuracy | ακρίβεια ευθυγράμμισης |
commun. | alignment chart | νομόγραμμα |
el. | alignment defect | βλάβη στοίχισης |
commun. | alignment error rate monitoring | παρακολούθηση ρυθμού σφαλμάτων ευθυγράμμισης |
IT | alignment function | συνάρτηση ευθυγράμμισης |
IT, mech.eng. | alignment function character | χαρακτήρας υποδιαίρεσης προγράμματος |
comp., MS | alignment guide | οδηγός στοίχισης (A line that is used to help line up figures with common locations on the page, such as the top of paragraphs or page margins) |
life.sc. | alignment instrument | όργανο χάραξης ευθυγραμμιών |
el. | alignment laser | λέιζερ ευθυγράμμισης |
transp. | alignment mast | στύλος ευθυγράμμισης |
agric. | alignment of bodies | ευθυγράμμιση αρότρου |
med. | alignment of dental arch | επιμήκυνση τόξου |
transp. | alignment of the track by means of monument | χιλιομετρική σήμανση της γραμμής |
transp., tech., law | alignment of the vehicle to the barrier | τοποθέτηση του οχήματος σε σχέση με το φράγμα |
transp., tech., law | alignment of the vehicle to the barrier | θέση του οχήματος ως προς το φράγμα |
med. | alignment of X-ray field/image receptor | ευθυγράμμιση πεδίου ακτίνων Χ με τον δέκτη εικόνας |
gen. | alignment on price lists | ευθυγράμμιση επί των τιμοκαταλόγων |
mech.eng. | alignment pin | πείρος συναρμογής |
el. | alignment procedure | διαδικασία ευθυγράμμισης |
environ. | alignment profile | διαμόρφωση της χάραξης |
transp. | alignment rod | ράβδος ελέγχου ευθυγραμμίσεως |
transp. | alignment rod | ράβδος ελέγχου επιπεδότητας |
industr., construct., mech.eng. | alignment roll | κυλινδρίσκος οδηγός |
mech.eng. | alignment sight | οφθαλμίδιο κλισιοσκοπίου |
el. | alignment signal | σήμα ρύθμισης |
commun. | alignment tape | μαγνητοταινία ρύθμισης |
earth.sc. | alignment telescope | διόπτρα ευθυγράμμισης |
transp. | alignment time | χρόνος ευθυγράμμισης |
transp., mater.sc. | alignment tolerance | ανοχή ευθυγράμμισης |
commun. | alignment video signal | ρυθμιστικό σήμα βίντεο |
fin. | alignment with the Common Customs Tariff | προσέγγιση προς το κοινό δασμολόγιο |
fin. | an accelerated alignment | επιταχυνομένη προσέγγιση |
commun., transp. | azimuth alignment | ραδιο-οδήγηση με διόπτευση |
el. | azimuthal alignment of tape heads | αζιμουθιακή ευθυγράμμιση μαγνητικών κεφαλών |
earth.sc. | to be in alignment | συμπίπτω |
earth.sc. | to be in alignment | είμαι συνευθειακός |
mech.eng., construct. | bearing alignment | ευθυγράμμιση εδράνου |
gen. | Boundary alignment | Ευθυγράμμιση συνόρου |
transp., mech.eng. | brake disc alignment | ευθυγράμμιση δίσκων φρένου |
transp., mech.eng. | brake disc alignment | επικέντρωση δίσκων πέδης |
mech.eng. | brake disc alignment jig | εργαλείο επικέντρωσης δίσκων φρένων |
mech.eng. | brake disk alignment jig | εργαλείο επικέντρωσης δίσκων φρένων |
el. | bunched frame alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης συγκεντρωμένου πλαισίου |
el. | bunched frame alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης πλαισίου |
commun. | character alignment | ευθυγράμμιση των χαρακτήρων |
el. | circuit alignment | ευθυγράμμιση κυκλώματος |
tax. | closer alignment of taxation on savings | προσέγγιση της φορολογίας αποταμίευσης |
oil | Committee for implementation of the directive concerning the alignment of measures with regard to security of supply for petroleum products | Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με την προσέγγιση των μέτρων στον τομέα της ασφάλειας του εφοδιασμού με προϊόντα πετρελαίου |
el. | cross travel fine alignment photoelectric cell unit | φωτοκύτταρο λεπτομερούς ρυθμίσεως εγκαρσίας διαδρομής |
el. | direction of preferred alignment | διεύθυνση προτίμησης ευθυγράμμισης |
el. | distributed frame alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης κατανεμημένου πλαισίου |
IT, dat.proc. | document alignment | ευθυγράμμιση τεκμηρίου |
life.sc. | error of alignment | σφάλμα ευθυγραμμίας |
industr., construct. | felt alignment roll | κύλινδρος ευθυγράμμισης της τσόχας |
IT, dat.proc. | figures alignment | στοίχιση αριθμητικών ψηφίων |
el. | frame alignment | ευθυγράμμιση πλαισίου |
el. | frame alignment recovery time | χρόνος αποκατάστασης ευθυγράμμισης πλαισίου |
el. | frame alignment signal | σήμα συγχρονισμού πλαισίου |
el. | frame alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης πλαισίου |
el. | frame alignment time slot | χρονοθυρίδα ευθυγράμμισης πλαισίου |
el. | frame alignment time-slot | χρονοθυρίδα ευθυγράμμισης πλαισίου |
commun. | frame alignment word | λέξη ευθυγράμμισης πλαισίου |
comp., MS | General alignment | γενική στοίχιση (A format that normally left aligns text and right aligns numbers. When right-to-left features are active, General alignment is extended to include Text mode (always available) and Interface mode (sometimes available)) |
tax. | harmonisation and closer alignment of indirect taxation | εναρμόνιση και προσέγγιση της έμμεσης φορολογίας |
IT, dat.proc. | horizontal alignment | οριζόντια ευθυγράμμιση |
construct. | horizontal alignment | οριζοντιογραφία |
construct. | horizontal alignment | γεωμετρία οδού σε οριζοντιογραφία |
transp., tech. | impact alignment | θέση κατά την πρόσκρουση |
transp., tech. | impact alignment | θέση κατά την κρούση |
transp., construct. | improvement of the alignment | βελτίωση ευθυγραμμίσεως |
transp. | lights alignment | ευθυγράμμιση των φώτων |
transp. | line with difficult alignment | γραμμή με δύσκολη χάραξη |
transp. | line with difficult alignment | γραμμή κακής χάραξης |
transp. | line with good alignment | γραμμή με καλή χάραξη |
transp. | line with good alignment | γραμμή καλής ποιότητας με ευθυγραμμίες |
transp. | line with poor alignment | γραμμή με δύσκολη χάραξη |
transp. | line with poor alignment | γραμμή κακής χάραξης |
commun., IT | loss of frame alignment | απώλεια ευθυγράμμισης πλαισίου |
commun., IT | loss of frame alignment detector | ανιχνευτής απωλειών ευθυγράμμισης πλαισίου |
hobby, econ. | man alignment drogue | προσωπικό αλεξίπτωτο ευστάθειας |
el. | mask-alignment jig | μήτρα ευθυγράμμισης επιλεκτικής κάλυψης |
mech.eng. | mechanical alignment system | μηχανικό σύστημα ευθυγράμμισης |
commun. | message alignment | ευθυγράμμιση μηνύματος |
el. | message alignment indication | ένδειξη ευθυγράμμισης μηνύματος |
fin. | monetary alignment | νομισματική ευθυγράμμιση |
met. | mould alignment stand | στάντ ευθυγράμμισης καλουπιών |
IT | multiframe alignment | ευθυγράμμιση πολυπλαισίου |
el. | multiframe alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης συρμού πολλαπλού πλαισίου |
el. | multi-frame alignment signal | σήμα ευθυγράμμισης συρμού πολλαπλού πλαισίου |
commun. | multiframe alignment word | λέξη ευθυγράμμισης πολλαπλών πλαισίων |
law | New Legislative Framework Alignment Package | δέσμη μέτρων εφαρμογής του νέου νομοθετικού πλαισίου |
econ. | non-alignment | αδέσμευτη πολιτική |
mech.eng. | nuclear alignment | πυρηνική ευθυγραμμία |
IT, el. | octet alignment | ευθυγράμμιση οκτάδας |
transp., mech.eng. | out of alignment | εκτός ευθυγράμμισης |
el. | out-of-alignment time | διάρκεια απώλειας ευθυγράμμισης πλαισίου |
el. | out-of-frame alignment time | διάρκεια απώλειας ευθυγράμμισης πλαισίου |
el. | PCM frame alignment | ευθυγράμμιση πλαισίου παλμοκωδικής διαμόρφωσης |
el. | photomask alignment aid | βοηθητική ευθυγράμμιση φωτοεπικάληψης |
el. | physical alignment of the sensors | φυσική ευθυγράμμιση αισθητήρων |
agric., mech.eng. | plough alignment control | διάταξη ευθυγράμμισης του αρότρου |
met. | poor alignment of plate edges | ατελής ευθυγράμμιση των προς συγκόλληση άκρων |
agric., met. | price alignment | ευθυγράμμιση τιμών |
IT, el. | process of alignment | διεργασία ευθυγράμμισης |
IT, dat.proc. | Profile Alignment Group for ODA | ομάδα εναρμόνισης κατατομών για την αρχιτεκτονική εγγράφων |
commun. | profile alignment group for office document architecture | ομάδα εναρμόνισης κατανομών για την αρχιτεκτονική εγγράφων |
commun. | profile alignment group for office document architecture | ομάδα εναρμόνισης κατατομών για την αρχιτεκτονική εγγράφων |
IT, dat.proc. | Profile Alignment Group for office document architecture | ομάδα εναρμόνισης κατατομών για την αρχιτεκτονική εγγράφων |
law, fin. | prohibition of price alignment | απαγόρευση της ευθυγράμμισης των τιμών |
transp., mil., grnd.forc. | railway alignment | χωροθέτηση γραμμής |
transp., mil., grnd.forc. | railway alignment | χάραξη των γραμμών |
commun., transp. | range alignment | ραδιο-οδήγηση με μέτρηση απόστασης |
transp., construct. | re-alignment of a curve | διόρθωση των καμπύλων τμημάτων σιδηροδρομικής γραμμής |
transp. | re-alignment of the track | διόρθωση της χάραξης της γραμμής |
transp. | re-alignment of the track | ευθυγράμμιση της χάραξης της γραμμής |
transp., construct. | rectification of alignment | ευθυγράμμιση των σιδηροτροχιών |
transp., construct. | rectification of alignment | διόρθωση των ευθυγράμμων τμημάτων της σιδηροδρομικής γραμμής |
earth.sc. | resonator alignment bandwidth | εύρος ζώνης για ευθυγράμμιση αντηχείου |
fin. | risk alignment | ευθυγράμμιση βάσει του κινδύνου |
commun., transp. | runway alignment | ευθυγράμμιση με το διάδρομο |
commun., el. | runway alignment beacon | φάρος ευθυγράμμισης διαδρόμου |
commun., transp. | runway alignment manoeuvre | ελιγμός ευθυγράμμισης με το διάδρομο |
commun., transp. | runway alignment procedure | ελιγμός ευθυγράμμισης με το διάδρομο |
industr., construct., chem. | shear alignment | Eυθυγράμμιση ψαλιδιών |
IT, dat.proc. | spreadsheet alignment | ευθυγράμμιση λογιστικού φύλλου |
gen. | Standard Declaration of Alignment | κοινός τύπος δήλωσης ευθυγράμμισης |
mech.eng., construct. | step alignment | ευθυγράμμιση σκαλοπατιών |
el. | surface alignment | ευθυγράμμιση επιφανείας |
commun. | switching-servo alignment logic | λογικό κύκλωμα μεταγωγής σήματος σέρβο |
fin. | the difference resulting from this first move towards alignment | η διαφορά που προκύπτει από την πρώτη αυτή προσέγγιση |
econ. | the first move towards price alignment referred to in Article 52 | η πρώτη προσέγγιση τιμών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 52 |
fin. | the progressive alignment of their customs duties with those in the Common Customs Tariff | η προοδευτική προσέγγιση των δασμών τους προς τους δασμούς του κοινού δασμολογίου |
transp. | tool for checking landing-gear alignment | συσκευή ελέγχου ευθυγράμμισης σκελών προσγείωσης |
transp., mil., grnd.forc. | track alignment | χάραξη των γραμμών |
transp., mil., grnd.forc. | track alignment | χωροθέτηση γραμμής |
tech. | typewriting, which is out of alignment | δακτυλογράφηση που δεν είναι στην ίδια ευθεία γραμμή |
IT | valid frame alignment signal | έγκυρο σήμα ευθυγράμμισης πλαισίου |
transp., construct. | vertical alignment | μηκοτομή |
transp., construct. | vertical alignment | χάραξη σε μηκοτομή |
transp., construct. | vertical alignment | γεωμετρία οδού σε μηκοτομή |
transp. | vertical alignment | κατακόρυφη ευθυγράμμιση |
transp., mater.sc. | visual alignment procedure | διαδικασία οπτικής ευθυγράμμισης |
transp., mech.eng. | wheel alignment | ευθυγράμμιση τροχών |
industr., construct. | wire alignment roll | κυλινδρίσκος οδηγός της κρισσάρας |