Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Terms containing
access capability
|
all forms
|
in specified order only
Subject
English
Greek
commun., IT
access capability
ικανότητα πρόσβασης στο ISDN
commun., IT
access capability
ικανότητα πρόσβασης
commun.
access capability
ικανότητα πρόσβασης; ικανότητα πρόσβασης σε GSM PLMN; ικανότητα προσπέλασης
commun., IT
access capability
ικανότητα προσπέλασης
IT
access capability
ικανότητα πρόσβασης σε GSM PLMN
gen.
basic
access capability
βασική πρόσβαση στο ISDN
gen.
basic
access capability
βασική πρόσβαση,βασική προσπέλαση
IT
capability-based access
καθορισμός διεύθυνσης με βάση την ικανότητα
IT
capability-based access
προσπέλαση με βάση την ικανότητα
commun.
GSM PLMN
access capability
ικανότητα πρόσβασης; ικανότητα πρόσβασης σε GSM PLMN; ικανότητα προσπέλασης
IT
GSM PLMN
access capability
ικανότητα πρόσβασης σε GSM PLMN
IT
GSM PLMN
access capability
ικανότητα πρόσβασης
commun., IT
ISDN
access capability
ικανότητα πρόσβασης στο ISDN
commun., IT
ISDN
access capability
ικανότητα πρόσβασης
commun., IT
ISDN
access capability
ικανότητα προσπέλασης
Get short URL