Subject | English | Greek |
busin., labor.org. | a central body, the function of which is to dematerialize and electronically manage transferable securities | Οργανισμός απενσωμάτωσης και ηλεκτρονικής διαχείρισης αξιογράφων ή κινητών αξιών |
gov. | AD function group | ομάδα καθηκόντων των υπαλλήλων διοικήσεως |
gov. | AD function group | ομάδα καθηκόντων των AD |
transp., mil., grnd.forc. | adjustable speed limitation function ASLF | λειτουργία ρυθμιζόμενου περιορισμού της ταχύτητας ASLF |
gov. | administrators' function group | ομάδα καθηκόντων των υπαλλήλων διοικήσεως |
gov. | administrators' function group | ομάδα καθηκόντων των AD |
commun. | advanced communication function/network control program | προηγμένη επικοινωνιακή λειτουργία/πρόγραμμα ελέγχου δικτύου |
commun. | advanced communication function/virtual terminal access method | προηγμένη επικοινωνιακή λειτουργία/μέθοδος πρόσβασης ιδεατού τερματικού |
IT, mech.eng. | alignment function character | χαρακτήρας υποδιαίρεσης προγράμματος |
gen. | Analytic function generator | Γεννήτρια αναλυτικών συναρτήσεων |
IT | arbitrary-function generator | γεννήτρια αυθαίρετων συναρτήσεων |
gov. | assistants' function group | ομάδα καθηκόντων των βοηθών υπαλλήλων |
gov. | assistants' function group | ομάδα καθηκόντων AST |
gov. | AST function group | ομάδα καθηκόντων AST |
gov. | AST function group | ομάδα καθηκόντων των βοηθών υπαλλήλων |
gen. | Auxiliary function word | Λέξη βοηθητικής λειτουργίας |
stat., scient. | Bessel function distribution | κατανομή Bessel |
stat. | Bessel function distribution | κατανομή συνάρτησης Bessel |
el. | Bessel function of zero order | συνάρτηση BESSEL μηδενικής τάξης |
med. | Brittingham cardiac function test | δοκιμασία καρδιακής λειτουργίας Brittingham |
med. | Buerger circulatory function test | κυκλοφορική λειτουργική δοκιμασία Buerger |
fin., IT | business function code | κωδικός συναλλαγής |
med. | Christy-Thorn function test | δοκιμασία φόρτισης Christy-Thorn |
el. | complex-function block | μονάδα σύνθετης συνάρτησης |
stat. | continuous threshold function model | μοντέλο συνεχούς συνάρτησης κατωφλίου |
obs., stat. | continuous threshold function model | μοντέλο συνεχούς συνάρτησης ορίου |
el. | correlation function peak | μέγιστο της συνάρτησης συσχέτισης |
IT | curve follower function generator | γεννήτρια συναρτήσεων προσαρμογής καμπυλών |
el. | delta-function deposition profile | προφίλ εναπόθεσης ως συνάρτηση δέλτα |
el. | delta-function deposition profile | κατατομή εναπόθεσης ως συνάρτηση δέλτα |
earth.sc. | delta function flux | ροή εξομοιούμενη από την συνάρτηση δέλτα |
gen. | Diagnostic function test | Λειτουργία διαγνωστικής δοκιμής |
el. | diode function generator | γεννήτρια συναρτήσεων διόδων |
environ. | dose rate readings as a function of degree of modulation | Οι μετρήσεις του ρυθμού δόσης σαν συνάρτηση του βαθμού διαμόρφωσης. |
IT | dynamic function key | πλήκτρο δυναμικής λειτουργίας |
stat., scient. | error function complement | συμπληρωματική συνάρτηση σφάλματος |
stat. | error function complement | συμπλήρωμα λειτουργίας λάθους |
el. | error-function diffused distribution | κατανομή διάχυσης κατά τη συνάρτηση σφάλματος |
el. | error-function diffused-distribution relationship | σχέση κατανομής διάχυσης κατά τη συνάρτηση σφάλματος |
el. | error-function diffused-distribution relationship | εξίσωση κατανομής διάχυσης κατά τη συνάρτηση σφάλματος |
el. | error-function grading | μεταβολή νόθευσης συνάρτησης σφάλματος |
econ. | full-function joint venture | λειτουργικά αυτόνομη κοινή επιχείρηση |
IT | function argument | Όρισμα συνάρτησης |
IT, el. | function block | λειτουργικό δομοστοιχείο |
IT, el. | function block | λειτουργική δομική ενότητα |
gen. | function board | πίνακας ενημέρωσης εκδηλώσεων |
IT, dat.proc. | function character | χαρακτήρας λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function character identification parameter | παράμετρος αναγνώρισης χαρακτήρα λειτουργίας |
IT | function code | κώδικας λειτουργίας |
h.rghts.act., IT | function creep | κίνδυνος αποκλίνουσας εφαρμογής |
IT, mater.sc. | function diagram | διάγραμμα λειτουργίας |
IT | function digit | λειτουργικό ψηφίο |
commun. | function-division system | λειτουργιοδιαίρετο σύστημα |
IT | function-division system | λειτουργιοδιαιρετικό σύστημα |
IT | function element | στοιχείο λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function execution | εκτέλεση συνάρτησης |
IT, tech. | function generator | γεννήτρια λειτουργιών |
IT, tech. | function generator | Γεννήτρια λειτουργιών |
earth.sc., el. | function generator | γεννήτρια συνάρτησης κυματομορφών |
IT | function generator setting unit | μονάδα ρύθμισης της γεννήτριας λειτουργιών |
gov., social.sc., empl. | function group | ομάδα καθηκόντων |
commun. | function identification | αναγνώριση λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function indicator | ενδείκτης λειτουργίας |
IT | function indicator | Ενδείκτης λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function key | Πλήκτρο λειτουργίας |
IT | function keyboard | πληκτρολόγιο λειτουργιών |
IT, dat.proc. | function keypad | υποπληκτρολόγιο λειτουργιών |
IT, dat.proc. | function macro | συνάρτηση μακροεντολής |
IT, dat.proc. | function memory | μνήμη λειτουργιών |
gen. | Function memory | Λειτουργική μνήμη |
IT | function mode | αρχικό πρωτόκολλο επικοινωνίας |
IT, dat.proc. | function multiplier | πολλαπλασιαστής συναρτήσεων |
IT | function multiplier | Πολλαπλασιαστής λειτουργίας |
agric. | function nutrients | θρεπτικά στοιχεία λειτουργίας |
work.fl. | function of a thesaurus | λειτουργία ενός θησαυρού |
law | function of Judge | καθήκοντα δικαστή |
med. | function of representation | λειτουργία της αντιπροσώπευσης |
IT | function of the distortion | συνάρτηση της παραμόρφωσης |
el. | function orientated code | κώδικας προσαρμοσμένος στη λειτουργία |
el. | function oriented code | κώδικας προσαρμοσμένος στη λειτουργία |
IT | function-oriented network | δίκτυο κοινών λειτουργιών |
IT, tech. | function part | τμήμα πράξης |
IT | function preselection capability | ικανότητα προεπιλογής λειτουργίας |
IT | function procedure | συνάρτηση |
IT | function procedure | συναρτησιακή διαδικασία |
comp., MS | Function procedure | διαδικασία συνάρτησης (A procedure that returns a value and that can be used in an expression. You declare a function with the Function statement and end it with the End Function statement) |
gen. | function rooms | χώροι εκδηλώσεων |
gen. | function rooms | αίθουσες συνεδριάσεων |
IT | function sharing network | δίκτυο κοινών λειτουργιών |
IT | function switch | Μεταλλαγή λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function table | πίνακας λειτουργίας |
IT, dat.proc. | function table | πίνακας συνάρτησης |
gen. | function table | Λειτουργική καταχώρηση σε πίνακα,λειτουγικός πίνακας |
comp., MS | Function tablet button | λειτουργικό κουμπί (A tablet button that you can use in combination with other tablet buttons to do a task. This is similar to using a key combination on a standard keyboard) |
IT, dat.proc. | function tabulating | πίνακας λειτουργίας |
gen. | Function tabulating | Λειτουργική καταχώρηση σε πίνακα,λειτουγικός πίνακας |
earth.sc., mech.eng. | function test | δοκιμή λειτουργίας |
earth.sc., mech.eng. | function test | έλεγχος λειτουργίας |
IT, dat.proc., construct. | function value | τιμή συνάρτησης |
IT, dat.proc. | function word | λέξη λειτουργίας |
gen. | Function word | Λέξη λειτουργίας |
med. | gain of function mutation | μετάλλαξη επανάκτησης λειτουργικότητας |
med. | glucagon liver function test | ηπατο-λειτουργική εξέτασις με γλυκαγόνη |
med. | hematopoiesis as a function of the foetal age | η αιμοποίηση συναρτήσει της εμβρυακής ηλικίας |
med. | Holten renal function test | δοκιμασία νεφρικής λειτουργίας Holten |
fin. | human resources function cost | λειτουργικό κόστος ανθρώπινων πόρων |
el. | illumination function of the beam | συνάρτηση φωτισμού ανοίγματος |
IT, dat.proc. | inert function characters | αδρανείς χαρακτήρες λειτουργίας |
med. | kidney function test | δοκιμασία λειτουργίας νεφρού |
med. | Klemperer gastric function test | δοκιμασία γαστρικής λειτουργίας του Klemperer |
med. | leukocyte function-related antigen | αντιγόνο σχετιζόμενο με την λειτουργία λεμφοκυττάρων |
med. | leukocyte function-related antigen | λεμφοκυτταρικό λειτουργικό αντιγόνο |
IT, earth.sc. | logic function to interface | λογική λειτουργία διασύνδεσης |
med. | loss of function mutation | μετάλλαξη απώλειας λειτουργικότητας |
med. | lung function alteration | μεταβολή αναπνευστικής λειτουργίας |
med. | lung function test | εξέταση πνευμονικής λειτουργίας |
med. | lymphocyte function-associated antigen | αντιγόνο σχετιζόμενο με την λειτουργία λεμφοκυττάρων |
med. | lymphocyte function-associated antigen | λεμφοκυτταρικό λειτουργικό αντιγόνο |
el. | multi-function chip | ψηφίδα πολυσυναρτησιακή |
IT | multi-function circuit | πολυλειτουργικό κύκλωμα |
IT | multi-function circuit | κύκλωμα πολλαπλών λειτουργιών |
el. | multi-function control code signal | κωδικοποιημένο σήμα ελέγχου πολλαπλής λειτουργίας |
commun., IT | multi-function display | απεικόνιση πολλαπλών λειτουργιών |
tech., el. | multi-function instrument | όργανο πολλαπλών λειτουργιών |
comp., MS | multi-function printer | εκτυπωτής πολλαπλών λειτουργιών (An office machine that is able to perform multiple functions such as print, copy, scan, and send faxes) |
scient. | no-loss-of-function limits | όρια "μη απωλείας της λειτουργικότητας" |
el. | non-linear function generator | γεννήτρια μη-γραμμικής λειτουργίας |
stat., scient. | objective function parametrization | παραμετροποίηση της οικονομικής συνάρτησης |
med. | platelet function test | μελέτη αιμοπεταλιακών λειτουργιών |
math. | Polya frequency function of order two | λειτουργία συχνότητας Pюlya της διαταγής δύο |
stat. | power function distribution | κατανομή δυναμοσυνάρτησης |
stat. | power function distribution | κατανομή συνάρτησης ισχύος |
IT | primary function of the DCE | πρωτεύουσα λειτουργία της συσκευής επικοινωνίας δεδομένων |
econ., fin. | production function method | προσέγγιση της συνάρτησης παραγωγής |
IT | programmable function key | προγραμματιζόμενο πλήκτρο λειτουργίας |
stat. | Pólya frequency function of order two | λειτουργία συχνότητας Pólya της διαταγής δύο |
stat. | Pólya frequency function of order two | συνάρτηση συχνότητας Pólya δεύτερης τάξης |
chem., met. | recrystallization is thus a function of the purity of the steel | η ανακρυστάλλωση είναι λοιπόν συνάρτηση της καθαρότητας του χάλυβα |
commun. | remote function control | τηλεέλεγχος λειτουργιών |
med. | to restore the enzyme function through the insertion of DNA | αποκατάσταση ενζυμικής λειτουργίας με εισαγωγή DNA |
med. | room for function tests | εργαστήριο λειτουργικών δοκιμασιών |
construct. | single function industrial building | βιομηχανικό κτίριο μιας χρησιμότητας |
tech. | single function instrument | όργανο μιας λειτουργίας |
transp., el. | single-function lamp | απλός φανός |
commun., IT | single-function terminal | τερματικό μιας λειτουργίας |
commun. | step-function response | απόκριση σε βηματοσυνάρτηση |
commun. | step-function response | απόκριση βηματοσυνάρτησης |
IT | Teletex basic control function repertoire | συλλογή βασικών λειτουργιών ελέγχου τηλεκειμένου |
IT | Teletex control function repertoire | συλλογή λειτουργιών ελέγχου τηλεκειμένου |
mater.sc., met. | the stress as a function of the logarithm of the secondary creep rate | καταπόνηση σε συνάρτηση του λογάριθμου της δευτερεύουσας ταχύτητας ερπυσμού |
patents. | they function as the United International Bureaux | ασκούν τα καθήκοντα τα μεταβιβαζόμενα εις τα Ηνωμένα Διεθνή Γραφεία ... |