DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject Metallurgy (344 entries)
Kύριος βοηθός διοικήσεως vezető adminisztratív asszisztens
άνω όριο διαρροής felső folyáshatár
άνω όριο ελαστικότητας felső folyáshatár
έγχυση με πίεση σε καλούπια nyomásos öntés
έλαση εν ψυχρώ hidegen hengerelt
έλασμα μικρού πλάτους keskeny szalag
έτοιμα προϊόντα késztermékek
αέριο υψικαμίνου torokgáz
αέριο υψικαμίνων torokgáz
αγωγός vezeték
αδρανής ατμόσφαιρα semleges atmoszféra
ακροφύσιο injektor
ακροφύσιο προέκτασης hûtõcső
αλφάδιασμα kiigazítás
ανάγλυφα εκτυπωμένος domborodó
ανθεκτικό στην οξείδωση korrózióálló
ανοξείδωτος rozsdamentes
αντίσταση στη σκωρίαση ellenállás a korrózióval szemben
ασύμμετρος aszimmetrikus
αφυδρογόνωση μετάλλου μετά από θερμική κατεργασία sütő

Get short URL