DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject Energy industry (4727 entries)
"ενεργειακό νησί" îlot énergétique
"ξυριστική" πρóσπτωση incidence rasante
watt αιχμής watt-crête
watt αιχμής watt-instantané
΄Ενωση Γερμανών Ηλεκτροπαραγωγών Union des producteurs allemands d'électricité
΄Ενωση Εταιριών Ηλεκτρισμού στις Κάτω Χώρες Association des compagnies d'électricité des Pays-Bas
΄Ιδρυμα Ενεργειακών Ερευνών των Κάτω Χωρών centre de recherche dans le domaine de l'énergie aux Pays-bas
άλμη υψηλής ενθαλπίας saumure naturelle de haute enthalpie
άνθρακας ατμοπαραγωγής charbon vapeur
άνθρακας για παραγωγή οπτάνθρακα charbon à coke
άνθρακας με χαμηλή περιεκτικότητα σε πτητικά συστατικά maigres
άνθρακας χαμηλής περιεκτικότητας σε πτητικά houille à faible teneur en matières volatiles
άσφαλτος από πετρέλαιο bitume de pétrole
έκτακτη ανάγκη situation d'urgence
έκτακτη ανάγκη état d'urgence
έλαιο έκπλυσης huile de débenzolage
έλαιο πίσσας huile de goudron
έλεγχος διασφαλίσεων; μέτρα κατοχύρωσης contrôle de sécurité
έλεγχος διασφαλίσεων; μέτρα κατοχύρωσης garanties nucléaires
έλεγχος διασφαλίσεων; μέτρα κατοχύρωσης garanties

Get short URL