DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject International law (270 entries)
Ad hoc Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τις νομικές πλευρές του εδαφικού ασύλου, των προσφύγων και των ανιθαγενών Ad-hoc-Ausschuss für Asyl- und Flüchtlingsfragen
Ad hoc Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τις νομικές πλευρές του εδαφικού ασύλου, των προσφύγων και των ανιθαγενών Ad-hoc-Sachverständigenausschuss zur Prüfung der rechtlichen Aspekte der Asylgewährung der Flüchtlinge und Staatenlosen
άπατρις Staatenlose (n.f.)
άπατρις Staatenloser (n.m.)
άρση του καθεστώτος του πρόσφυγα Aberkennung der Flüchtlingseigenschaft
άρση του καθεστώτος του πρόσφυγα Rücknahme der Flüchtlingsanerkennung
έγγραφο του Montreux σχετικά με τις συναφείς διεθνείς νομικές δεσμεύσεις και τις ορθές πρακτικές κρατών, οι οποίες αφορούν επιχειρήσεις ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών και ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας σε ένοπλες συγκρούσεις Montreux-Dokument
έγγραφο του Montreux σχετικά με τις συναφείς διεθνείς νομικές δεσμεύσεις και τις ορθές πρακτικές κρατών, οι οποίες αφορούν επιχειρήσεις ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών και ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας σε ένοπλες συγκρούσεις Montreux-Dokument über einschlägige völkerrechtliche Verpflichtungen und Gute Praktiken für Staaten im Zusammenhang mit dem Einsatz privater Militär- und Sicherheitsunternehmen in bewaffneten Konflikten
έγγραφο του Montreux σχετικά με τις συναφείς διεθνείς νομικές δεσμεύσεις και τις ορθές πρακτικές κρατών, οι οποίες αφορούν επιχειρήσεις ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών και ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας σε ένοπλες συγκρούσεις Montreux-Dokument über private Sicherheits- und Militärfirmen
αίτηση ασύλου Asylbegehren
αίτηση θεώρησης Visumantrag
αιτητής ασύλου Asylbewerber
αμοιβαία δικαστική συνδρομή; δικαστική συνδρομή Rechtshilfe
αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα Anerkennung als Flüchtling
αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα Zuerkennung der Flüchtlingseigenschaft
αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα Zuerkennung des Flüchtlingsstatus
ανακαλώ μια θεώρηση ein Visum aufheben
ανιθαγενής Staatenlose (n.f.)
ανιθαγενής Staatenloser (n.m.)
αρχή της καθολικότητας Universalprinzip

Get short URL