DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject Labor law (2743 entries)
oικovoμική μεταφoρώv transportekonomi
άδεια ledighet
άδεια προς εργασία arbetstillstånd
άνεργος που βρίσκει δύσκολα μια νέα θέση εργασίας arbetslös som är svårplacerad
άνετο περιβάλλον inomhusmiljö
άτομα που αποκλείονται από την αγορά εργασίας personer som står utanför arbetsmarknaden
άτομο σε στάδιο ένταξης person som nyanställs
άτυπη απασχόληση atypiskt arbete
άτυπη εργασία atypiskt arbete
έκθεση της Επιτροπής Rapport från Kommissionen Sysselsättning i Europa
έκτακτο εργατικό προσωπικό tillfällig personal
έκτακτος εργαζόμενος tillfällig personal
έλεγχος καπνών rökbekämpning
ένας χειριστής οχήματος enmansbetjäning
έργο έντασης εργασίας arbetsintensivt projekt
έργο ημέρας arbetsdag
ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας lika lön för likvärdigt arbete
αίθουσα εργασίας arbetsrum
αίτηση εγγραφής ansökan om medlemskap
αίτηση προς άδεια εκτελέσεως εργασιών begäran om arbetstillstånd

Get short URL