Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
>>
Terms for subject
Commerce
(2810 entries)
"ανοικτή" τηλεφωνική γραμμή δικαιοπαρόχου-καταναλωτών
linea telefonica permanente tra affiliante e affiliato
"ο πρώτος αφιχθείς εξυπηρετείται πρώτος"; "εξυπηρετείται πρώτος αυτός που φθάνει πρώτος". διαδικασία κατά χρονολογική σειρά ή ακολουθία; διαδικασία κατά χρονολογική σειρά προτεραιότητας
"primo arrivato/primo servito"
"οίνος τοπικός" - "ονομασία κατά παράδοση"
"vino tipico"
"πρωτοπόρος" καταναλωτής
consumatore all'avanguardia
"φάκτορινγκ"
factoring
Task-force "έλεγχος των ενεργειών συγκέντρωσης μεταξύ επιχειρήσεων"
Task-force "Controllo delle operazioni di concentrazione delle imprese"
ad-hoc επιτροπή αξιολόγησης
comitato di valutazione ad hoc
marketing του διακριτικού τίτλου
marketing del marchio
marketing του δικαιοπαρόχου
marketing dell'affiliante
off-line ηλεκτρονική µορφή
su supporto elettronico
oδηγία για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά
direttiva "servizi"
oδηγία για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά
direttiva sui servizi
΄Ενωση Κέντρων Τεχνικού Ελέγχου
società delle associazioni per il controllo tecnico
΄Ενωση Καταναλωτών
Associazione dei consumatori canadese
άδεια πωλήσεως ποτών για επιτόπου κατανάλωση
licenza completa di vendita al minuto e al consumo e vincolata da un contratto in esclusiva per la vendita di birra
άλλες χρηματοδοτικές ροές από το δημόσιο τομέα; άλλα χρηματοδοτικά ρεύματα από το δημόσιο τομέα; άλλες δημόσιες
(συν)
altri apporti del settore pubblico
άρνηση παραλαβής
rifiuto di presa in consegna
άρνηση παραλαβής
rifiuto di svincolo
άρση του ευεργετήματος της απαλλαγής κατά κατηγορία
revoca
(del beneficio dell'esenzione per categoria)
άυλη μεταφορά λογισμικού
trasferimento intangibile di software
Get short URL