DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject Human rights activism (1596 entries)
LGBT μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων LGBT'er, der tilhører en religiøs minoritet
TRACE – Συνεργασία Τρανσεξουαλικών για την Ισότητα TRACE - Transnational Cooperation for Equality
άδεια ασθένειας τέκνου omsorgsdage i forbindelse med barnets sygdom
άδεια πατρότητας orlov for fædre i forbindelse med fødsel
άτομο LGBT που δεν αποκαλύπτει την ταυτότητα του φύλου του LGBT'er, som ikke er sprunget ud
άτομο LGBT που είναι μέλος εθνικής μειονότητας LGBT'er, der tilhører en etnisk minoritet
άτομο αγωνιζόμενο για τα δικαιώματα του ανθρώπου menneskeretsaktivist
άτομο αγωνιζόμενο για τα δικαιώματα του ανθρώπου menneskerettighedsaktivist
άτομο με πολλαπλές ταυτότητες person med flere separate identiteter
άτομο που επιστρέφει στην αγορά εργασίας person, der netop er vendt tilbage til arbejdsmarkedet
έκφραση φύλου kønsudtryk
έλεγχος πολυμορφίας mangfoldighedskontrol
έλλειψη πολιτισμικής ευαισθησίας kulturel ufølsomhed
έλλειψη στέγης hjemløshed
έμμεση διάκριση indirekte forskelsbehandling
έμφυλη ταυτότητα kønsidentitet
έμφυτη αξιοπρέπεια του ανθρώπου menneskets naturlige værdighed
ένταξη των προσφύγων integration af flygtninge
έχω το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές have valgret og være valgbar ved kommunale valg
ίσες ευκαιρίες lige muligheder

Get short URL