DictionaryForumContacts

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   >>
Terms for subject Sociology (144 entries)
άτομο με αναπηρία pessoa deficiente
άτομο με αναπηρίες pessoa deficiente
άτομο με προβλήματα ανάγνωσης εντύπων pessoa com incapacidade de leitura de material impresso
αλληλοδιδακτική μέθοδος educação de pares
ανεπάρκεια anomalia
ανεπάρκεια perturbação
ανοικτή μέθοδος συντονισμού για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη MAC social
ανοικτή μέθοδος συντονισμού για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη Método Aberto de Coordenação para a Proteção Social e a Inclusão Social
αντιπελλαγρική βιταμίνη nicotinamida
αντιπελλαγρική βιταμίνη vitamina B3
ανώτατο συμβούλιο οικογενειακών θεμάτων conselho superior de família
Απασχόληση - Now Emprego - Now
Απασχόληση-Horizon Emprego-Horizon
Απασχόληση-Integra Emprego-Integra
Απασχόληση-Youthstart Emprego - Youthstart
Απασχόληση-Youthstart Youthstart
απομείωση anomalia
απομείωση deficiência
απομείωση perturbação
αύξηση των μειώσεων για τις οικογενειακές επιβαρύνσεις aumento de deducões por encargos familiares

Get short URL