Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ö
>>
Terms for subject
Oil / petroleum
(397 entries)
1-Buten
1-βουτένιο
1-Butylen
1-βουτένιο
Alkylatbenzin
βενζίνη αλκυλίωσης
Alkylierungsbeschickung
τροφοδοτική ύλη αλκυλίωσης
Alkylierungsbeschickung
τροφοδότηση αλκυλίωσης
API-Grad
ειδικό βάρος κατά API
API-Grad
ειδικό βάρος κατά το Αμερικανικό Ινστιτούτο Πετρελαίου
aromatischer Erdöllauf
ρεύμα αρωματικού πετρελαίου
atmosphärischer Rückstand
υπόλειμμα ατμοσφαιρικής απόσταξης
Ausbruchschieber
μηχανισμóς πρóληψης έκρηξης
Ausbruchverhüter
μηχανισμóς πρóληψης έκρηξης
Ausgangsstoff für die Alkylierung
τροφοδότηση αλκυλίωσης
Ausgangsstoff für die Alkylierung
τροφοδοτική ύλη αλκυλίωσης
Ausschuss für die Durchführung der Richtlinie über die Angleichung der Maßnahmen zur Sicherung der Versorgung mit Erdölerzeugnissen
Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με την προσέγγιση των μέτρων στον τομέα της ασφάλειας του εφοδιασμού με προϊόντα πετρελαίου
Basisöl
βασικό προϊόν
bewegliche Bohrinsel
αυτοκινούμενη ημιβυθιζόμενη πλατφόρμα γεωτρήσεων
bewegliche Bohrplattform
αυτοκινούμενη ημιβυθιζόμενη πλατφόρμα γεωτρήσεων
biologische Behandlung
βιολογική επεξεργασία
Bitumen
άσφαλτος
Bitumen
βιτουμένιο
Get short URL