DictionaryForumContacts

A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V WY Z Å Ä Ö   >>
Terms for subject Forestry (9515 entries)
"grönrisigt" (träd) με ζωντανά κλαδιά
"kapen" κοπτικά εξαρτήματα
"kapen" κοπτικό μέσο
"kapen" μηχάνημα
"risbumpar" σωρός κλαδιών
"rusa" υπερτάχυνση
"stamkvalitéer" ποιότητα κορμού
-nippel υδραυλικός σύνδεσμος ελαστικού σωλήνα
-polis ασφαλιστήριο συμβόλαιο
-sats επιτόκιο
-spår εντομή πριονιού
-stolpe ορθοστάτης
-ventil υδραυλικές θύρες
abachi λευκή ελάτη της Αφρικής
abborre πέρκα
abiotisk skada αβιοτική βλάβη
absortionsmatta απορροφητικά πατάκια
absortionsmatta στρώματα
absortionsmatta επιθέματα
absortionsmatta ηχομονωτικά υλικά

Get short URL