| |||
εμπρόσθιον μέρος αρότρου,πλαίσιον αρότρου | |||
εξόρυξη | |||
μεταφορά; μετακίνηση; μεταφέρω μετέφερα; διακινώ διακίνησα | |||
μεταφορές; μεταφορείς | |||
οι μεταφορές | |||
| |||
μεταφορά φυσική | |||
| |||
μεταφέρω | |||
English thesaurus | |||
| |||
tn; tnsp; tpn; tran; trans; trnsp; tspn; tspt | |||
| |||
tr. |
transport: 1211 phrases in 46 subjects |